ζωαλκής: Difference between revisions

From LSJ

Μακάριος, ὅστις ἔτυχε γενναίου φίλου → Generosa amicus mente , felicis bonum → Glückselig ist, wer einen edlen Freund gewinnt

Menander, Monostichoi, 357
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ζωαλκής]], -ές (Α)<br /><b>επιγρ.</b> (για τον Παιάνα) αυτός που προστατεύει τη ζωή κάποιου, [[θεραπευτικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ζω</i>(<i>ο</i>)- (Ι) <span style="color: red;">+</span> -<i>αλκής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[αλκή]] «[[δύναμη]], [[ισχύς]]»), [[πρβλ]]. <i>αν</i>-<i>αλκής</i>, <i>υπερ</i>-<i>αλκής</i>].
|mltxt=[[ζωαλκής]], -ές (Α)<br /><b>επιγρ.</b> (για τον Παιάνα) αυτός που προστατεύει τη ζωή κάποιου, [[θεραπευτικός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ζω</i>(<i>ο</i>)- (Ι) <span style="color: red;">+</span> -<i>αλκής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[αλκή]] «[[δύναμη]], [[ισχύς]]»), [[πρβλ]]. [[αναλκής]], [[υπεραλκής]]].
}}
}}

Revision as of 17:40, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ζωαλκής Medium diacritics: ζωαλκής Low diacritics: ζωαλκής Capitals: ΖΩΑΛΚΗΣ
Transliteration A: zōalkḗs Transliteration B: zōalkēs Transliteration C: zoalkis Beta Code: zwalkh/s

English (LSJ)

ές, A life-preserving, χείρ, of Παιάν, IG14.1015.

Greek Monolingual

ζωαλκής, -ές (Α)
επιγρ. (για τον Παιάνα) αυτός που προστατεύει τη ζωή κάποιου, θεραπευτικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζω(ο)- (Ι) + -αλκής (< αλκή «δύναμη, ισχύς»), πρβλ. αναλκής, υπεραλκής].