κανίδιον: Difference between revisions

From LSJ

θεοῦ θέλοντος κἂν ἐπὶ ῥιπὸς πλέοις → if God willed it, you could sail even on a straw mat | God willing, you may voyage on a mat

Source
(19)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=κανίδιον
|Medium diacritics=κανίδιον
|Low diacritics=κανίδιον
|Capitals=ΚΑΝΙΔΙΟΝ
|Transliteration A=kanídion
|Transliteration B=kanidion
|Transliteration C=kanidion
|Beta Code=kani/dion
|Definition=τό, [[little basket]] (unless = [[κνίδιον]]), PPar. Wess. p. 245, ''Sammelb.'' 7243.12 (iv AD).
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κανίδιον''': τό, [[εἶδος]] μέτρου ἐν Αἰγύπτῳ, κανίδια οἴνου ΡΡW σ. 151. 677, 8. 860.
|lstext='''κανίδιον''': τό, [[εἶδος]] μέτρου ἐν Αἰγύπτῳ, κανίδια οἴνου ΡΡW σ. 151. 677, 8. 860.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κανίδιον]], τὸ (Α)<br /><b>πάπ.</b><br /><b>1.</b> μικρό [[καλάθι]], [[κάνιστρο]]<br /><b>2.</b> [[δοχείο]] που χρησιμοποιούσαν και ως [[μέτρο]] χωρητικότητας στην Αίγυπτο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κάνεον]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -[[ίδιον]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>καπρ</i>-[[ίδιον]], <i>χοιρ</i>-[[ίδιον]])].
|mltxt=[[κανίδιον]], τὸ (Α)<br /><b>πάπ.</b><br /><b>1.</b> μικρό [[καλάθι]], [[κάνιστρο]]<br /><b>2.</b> [[δοχείο]] που χρησιμοποιούσαν και ως [[μέτρο]] χωρητικότητας στην Αίγυπτο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κάνεον]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -[[ίδιον]] ([[πρβλ]]. [[καπρίδιον]], [[χοιρίδιον]])].
}}
}}

Latest revision as of 07:50, 24 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κανίδιον Medium diacritics: κανίδιον Low diacritics: κανίδιον Capitals: ΚΑΝΙΔΙΟΝ
Transliteration A: kanídion Transliteration B: kanidion Transliteration C: kanidion Beta Code: kani/dion

English (LSJ)

τό, little basket (unless = κνίδιον), PPar. Wess. p. 245, Sammelb. 7243.12 (iv AD).

Greek (Liddell-Scott)

κανίδιον: τό, εἶδος μέτρου ἐν Αἰγύπτῳ, κανίδια οἴνου ΡΡW σ. 151. 677, 8. 860.

Greek Monolingual

κανίδιον, τὸ (Α)
πάπ.
1. μικρό καλάθι, κάνιστρο
2. δοχείο που χρησιμοποιούσαν και ως μέτρο χωρητικότητας στην Αίγυπτο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάνεον + υποκορ. κατάλ. -ίδιον (πρβλ. καπρίδιον, χοιρίδιον)].