σαρκοθλάστης: Difference between revisions

From LSJ

Ἡ γλῶσσ' ἁμαρτάνουσα τἀληθῆ λέγει → Inesse linquae veritas lapsae solet → Die Zunge, wenn sie in die Irre geht, spricht wahr

Menander, Monostichoi, 228
(36)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\." to "πρβλ. $2$4.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, Ν<br />χειρουργικό [[εργαλείο]], όμοιο με [[λαβίδα]], το οποίο χρησιμοποιείται για την [[θλάση]] μαλακών μορίων που πρόκειται να αποκοπούν, αλλ. [[σαρκοτρίπτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σάρκα]] <span style="color: red;">+</span> -[[θλάστης]] (<span style="color: red;"><</span> <i>θλῶ</i> «[[σπάω]]»), <b>πρβλ.</b> <i>οστεο</i>-[[θλάστης]].
|mltxt=ο, Ν<br />χειρουργικό [[εργαλείο]], όμοιο με [[λαβίδα]], το οποίο χρησιμοποιείται για την [[θλάση]] μαλακών μορίων που πρόκειται να αποκοπούν, αλλ. [[σαρκοτρίπτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σάρκα]] <span style="color: red;">+</span> -[[θλάστης]] (<span style="color: red;"><</span> <i>θλῶ</i> «[[σπάω]]»), [[πρβλ]]. [[οστεοθλάστης]].
}}
}}

Latest revision as of 13:20, 25 August 2021

Greek Monolingual

ο, Ν
χειρουργικό εργαλείο, όμοιο με λαβίδα, το οποίο χρησιμοποιείται για την θλάση μαλακών μορίων που πρόκειται να αποκοπούν, αλλ. σαρκοτρίπτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σάρκα + -θλάστης (< θλῶ «σπάω»), πρβλ. οστεοθλάστης.