κατάκισσος: Difference between revisions

From LSJ

δήλωσιν ποιούμενος ὅτι ὁ ἐντυγχάνων τοῖς τε λίθοις καὶ τοξεύμασι διεφθείρετο → intimating that it was a mere matter of chance who was hit and killed by stones and bow-shots

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''κατάκισσος:''' весь обвитый плющом (πλόκαμοι Anacr.).
|elrutext='''κατάκισσος:''' [[весь обвитый плющом]] (πλόκαμοι Anacr.).
}}
}}

Revision as of 13:05, 20 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατάκισσος Medium diacritics: κατάκισσος Low diacritics: κατάκισσος Capitals: ΚΑΤΑΚΙΣΣΟΣ
Transliteration A: katákissos Transliteration B: katakissos Transliteration C: katakissos Beta Code: kata/kissos

English (LSJ)

ον, A ivy-wreathed, Anacreont.41.5.

German (Pape)

[Seite 1353] ganz dicht mit Epheu umwunden, πλόκαμοι Anacr. 41, 5.

Greek (Liddell-Scott)

κατάκισσος: -ον, ἐστεμμένος, κεκαλυμμένος μὲ κισσόν· πλόκαμοι κ. Ἀνακρεόντ. 44. 5.

Greek Monolingual

κατάκισσος, -ον (Α)
αυτός που έχει καλυφθεί με κισσό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + -κισσος (< κισσός), πρβλ. μαλακό-κισσος, χαμαί-κισσος].

Russian (Dvoretsky)

κατάκισσος: весь обвитый плющом (πλόκαμοι Anacr.).