ἐχθεσινός: Difference between revisions
From LSJ
Τὸ γὰρ θανεῖν οὐκ αἰσχρόν, ἀλλ' αἰσχρῶς θανεῖν → Mors ipsa non est foeda, sed foede mori → Das Sterben bringt nicht Schmach, doch sterben in der Schmach
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3") |
||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἐχθεσῐνός:''' вчерашний ([[διαγωγή]] Anth.). | |elrutext='''ἐχθεσῐνός:''' [[вчерашний]] ([[διαγωγή]] Anth.). | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=ἐχθεσῐνός, ή, όν = [[χθεσινός]]<br />[[yesterday]]'s, Anth. | |mdlsjtxt=ἐχθεσῐνός, ή, όν = [[χθεσινός]]<br />[[yesterday]]'s, Anth. | ||
}} | }} |
Revision as of 14:40, 20 August 2022
English (LSJ)
ή, όν, A = χθεσινός, yesterday's, διαγωγή AP10.79 (Pall.), cf. Dosith.p.397 K.
German (Pape)
[Seite 1124] = χθεσινός, gestrig, Pallad. 128 (X, 79).
Greek (Liddell-Scott)
ἐχθεσῐνός: ή, όν,= χθεσινός, Ἀνθ. Π. 10. 79.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
d’hier, de la veille.
Étymologie: ἐχθές.
Greek Monolingual
-ή, -ό και χθεσινός, -ή, -ό (Α ἐχθεσινός, -ή, -όν και χθεσινός, -ή, -όν) εχθές
αυτός που αναφέρεται στην προηγούμενη από τη σημερινή ημέρα, στο παρελθόν («ἀλλοτριωθέντες τῆς ἐχθεσινῆς διαγωγῆς», Ανθ. Παλ.).
Greek Monotonic
ἐχθεσῐνός: -ή, -όν, = χθεσινός, χθεσινός, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
ἐχθεσῐνός: вчерашний (διαγωγή Anth.).