μεταγραμματίζω: Difference between revisions

From LSJ

τὰ ἡμίσεα πάσης τῆς οὐσίης ἐξαργυρώσαντα → turn half of my property into silver

Source
mNo edit summary
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=metagrammatizo
|Transliteration C=metagrammatizo
|Beta Code=metagrammati/zw
|Beta Code=metagrammati/zw
|Definition=<span class="sense"><span class="bld">A</span> [[transpose]] the [[letter]]s of a [[word]], Vit.Lyc.p.5 S. (Pass.).</span>
|Definition=[[transpose]] the [[letter]]s of a [[word]], Vit.Lyc.p.5 S. (Pass.).
}}
}}
{{pape
{{pape

Latest revision as of 04:25, 24 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεταγραμμᾰτίζω Medium diacritics: μεταγραμματίζω Low diacritics: μεταγραμματίζω Capitals: ΜΕΤΑΓΡΑΜΜΑΤΙΖΩ
Transliteration A: metagrammatízō Transliteration B: metagrammatizō Transliteration C: metagrammatizo Beta Code: metagrammati/zw

English (LSJ)

transpose the letters of a word, Vit.Lyc.p.5 S. (Pass.).

German (Pape)

[Seite 145] die Buchstaben verändern, Tzetz.

Greek (Liddell-Scott)

μεταγραμμᾰτίζω: μετακινῶ τὰ γράμματα λέξεώς τινος ἀπὸ τῆς θέσεως αὐτῶν καὶ οὕτω σχηματίζω ἄλλην λέξιν ἢ λέξεις, οἷον τὸ Πτολεμαῖος μεταγραμματιζόμενον γίνεται ἀπὸ μέλιτος, Τζέτζ. περὶ Γένους Λυκόφρ.· - -ισμός, οῦ, ὁ, τὸ μεταγραμματίζειν, αὐτόθι. 2) τὸ μεταβάλλειν τὰ γράμματα ἐκ τῆς παλαιᾶς γραφῆς (δηλ. ὀρθογραφίας) εἰς τὴν ὑστέραν, Γαλην. τ. 12, σ. 58.

Greek Monolingual

(ΑM μεταγραμματίζω)
μεταβάλλω τη θέση τών γραμμάτων μιας λέξης ή φράσης, αναγραμματίζω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α)- + γράμμα.