ἐξάνοιξις: Difference between revisions
From LSJ
πάρειμι δ' ἄκων οὐχ ἑκοῦσιν, οἶδ' ὅτι → I'm here unwilling, before those who don't want me, I'm sure
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=eksanoiksis | |Transliteration C=eksanoiksis | ||
|Beta Code=e)ca/noicis | |Beta Code=e)ca/noicis | ||
|Definition=εως, ἡ, | |Definition=εως, ἡ, [[opening]], <span class="bibl">Str.16.1.10</span>. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 06:50, 24 August 2022
English (LSJ)
εως, ἡ, opening, Str.16.1.10.
German (Pape)
[Seite 870] ἡ, die Eröffnung, τῶν στομάτων Strab. XVI, 740.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξάνοιξις: -εως, τὸ ἀνοίγειν τι ὅπερ ἐκλείσθη, τῇ ἐξανοίξει τῶν στομάτων (τῶν διωρύχων) Στράβ. 740.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ apertura ἐ. τῶν στομάτων de los canales, Str.16.1.10.
Greek Monolingual
ἐξάνοιξις, η (Α) εξανοίγω
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του εξανοίγω, το πλήρες άνοιγμα, το να σχηματίζει κάποιος διέξοδο.