Ἕλλαν: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἥ γε ἀνία τὸ ἐμποδίζον τοῦ ἰέναιsorrow is that which hinders motion

Source
(Bailly1_2)
 
m (Text replacement - "<br \/>   <b>1<\/b> (?s)(?!.*<br \/><b>)(?!.* <b>)" to "")
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>dor. c.</i> [[Ἕλλην]].
|btext=<i>dor. c.</i> [[Ἕλλην]].
}}
{{Slater
|sltr=[[Ἕλλαν]] adj., Greek ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι (N. 10.25) pl. pro subs., καθ' Ἕλλανας (O. 1.116), (O. 6.71) τιμὰν, οἵαν [[οὔτις]] Ἑλλάνων δρέπει (P. 1.49) ([[Αἴας]]) μομφὰν [[ἔχει]] παίδεσσιν Ἑλλάνων, ὅσοι Τροίανδ' [[ἔβαν]] (I. 4.36) [[βούλομαι]] παίδεσσιν Ἑλλάνων fr. 118.
}}
}}

Latest revision as of 11:50, 3 September 2022

French (Bailly abrégé)

dor. c. Ἕλλην.

English (Slater)

Ἕλλαν adj., Greek ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι (N. 10.25) pl. pro subs., καθ' Ἕλλανας (O. 1.116), (O. 6.71) τιμὰν, οἵαν οὔτις Ἑλλάνων δρέπει (P. 1.49) (Αἴας) μομφὰν ἔχει παίδεσσιν Ἑλλάνων, ὅσοι Τροίανδ' ἔβαν (I. 4.36) βούλομαι παίδεσσιν Ἑλλάνων fr. 118.