συλλανθάνω: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἀεὶ ταῦτα οὕτως ἔχειν ἐχάλασαν → relaxed the strictness of the doctrine of perpetual strife

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1")
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συλλανθάνω''': [[διαλανθάνω]], [[διαφεύγω]] συγχρόνως, «συλλαθεῖν ἐπειρᾶτο (ὁ [[Ζεύς|Ζεὺς]] δηλ.) τὴν Ἥραν καὶ τὸν ἔλεγχον» Γεωπ. 11, 22, 1.
|lstext='''συλλανθάνω''': [[διαλανθάνω]], [[διαφεύγω]] συγχρόνως, «συλλαθεῖν ἐπειρᾶτο (ὁ [[Ζεύς|Ζεὺς]] δηλ.) τὴν Ἥραν καὶ τὸν ἔλεγχον» Γεωπ. 11, 22, 1.
}}
{{grml
|mltxt=ΜΑ [[λανθάνω]]<br />[[διαφεύγω]] από την [[προσοχή]] κάποιου [[μαζί]] ή ταυτόχρονα με άλλον.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ΜΑ [[λανθάνω]]<br />[[διαφεύγω]] από την [[προσοχή]] κάποιου [[μαζί]] ή ταυτόχρονα με άλλον.
|mltxt=ΜΑ [[λανθάνω]]<br />[[διαφεύγω]] από την [[προσοχή]] κάποιου [[μαζί]] ή ταυτόχρονα με άλλον.
}}
}}

Revision as of 19:35, 27 September 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συλλανθάνω Medium diacritics: συλλανθάνω Low diacritics: συλλανθάνω Capitals: ΣΥΛΛΑΝΘΑΝΩ
Transliteration A: syllanthánō Transliteration B: syllanthanō Transliteration C: syllanthano Beta Code: sullanqa/nw

English (LSJ)

escape at the same time, τὴν Ἥραν καὶ τὸν ἔλεγχον Gp.11.22.1, cf. Afric.Cest.p.23 V.

German (Pape)

[Seite 975] (s. λανθάνω), mit oder zusammen verborgen sein, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

συλλανθάνω: διαλανθάνω, διαφεύγω συγχρόνως, «συλλαθεῖν ἐπειρᾶτο (ὁ Ζεὺς δηλ.) τὴν Ἥραν καὶ τὸν ἔλεγχον» Γεωπ. 11, 22, 1.

Greek Monolingual

ΜΑ λανθάνω
διαφεύγω από την προσοχή κάποιου μαζί ή ταυτόχρονα με άλλον.