Τυδεύς: Difference between revisions

From LSJ

λεπταῖς ἐπὶ ῥοπῆσιν ἐμπολὰς μακρὰς ἀεὶ παραρρίπτοντες → staking distant ventures on nice balancings

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 12: Line 12:
{{bailly
{{bailly
|btext=έως (ὁ) :<br />Tydée, <i>père de Diomède</i>.<br />'''Étymologie:''' R. Τυδ, frapper ; cf. <i>lat.</i> tundo.
|btext=έως (ὁ) :<br />Tydée, <i>père de Diomède</i>.<br />'''Étymologie:''' R. Τυδ, frapper ; cf. <i>lat.</i> tundo.
}}
{{elru
|elrutext='''Τῡδεύς:''' έως, эп. έος ὁ [[Тидей]] (сын Энея - [[Οἰνεύς]], - царя Калидона, отец Диомеда, участник похода «семерых против Фив») Hom. etc.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Τῡδεύς:''' ὁ, γεν. <i>Τυδέως</i>, Επικ. <i>Τυδέος</i> ή <i>Τυδῆος</i>· αιτ. <i>Τυδέα</i>, Επικ. <i>Τυδῆα</i> και <i>Τυδῆ</i>· ο [[ήρωας]] Τυδέας, [[ένας]] από τους [[επτά]] ήρωες της Θήβας, [[πατέρας]] του Διομήδους, σε Όμηρ.
|lsmtext='''Τῡδεύς:''' ὁ, γεν. <i>Τυδέως</i>, Επικ. <i>Τυδέος</i> ή <i>Τυδῆος</i>· αιτ. <i>Τυδέα</i>, Επικ. <i>Τυδῆα</i> και <i>Τυδῆ</i>· ο [[ήρωας]] Τυδέας, [[ένας]] από τους [[επτά]] ήρωες της Θήβας, [[πατέρας]] του Διομήδους, σε Όμηρ.
}}
{{elru
|elrutext='''Τῡδεύς:''' έως, эп. έος ὁ [[Тидей]] (сын Энея - [[Οἰνεύς]], - царя Калидона, отец Диомеда, участник похода «семерых против Фив») Hom. etc.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br />the [[hero]] [[Tydeus]], one of the Seven [[against]] [[Thebes]], Hom.
|mdlsjtxt=<br />the [[hero]] [[Tydeus]], one of the Seven [[against]] [[Thebes]], Hom.
}}
}}

Revision as of 12:24, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Τυδεύς Medium diacritics: Τυδεύς Low diacritics: Τυδεύς Capitals: ΤΥΔΕΥΣ
Transliteration A: Tydeús Transliteration B: Tydeus Transliteration C: Tydefs Beta Code: *tudeu/s

English (LSJ)

ὁ, gen. Τυδέως, Epic Τυδέος (never -ῆος) Il. 2.406, al.; acc. Τυδέα (never Τυδῆα) 6.222, also -ῆ 4.384; — the hero Tydeus, one of the Seven against Thebes, ll. cc.

French (Bailly abrégé)

έως (ὁ) :
Tydée, père de Diomède.
Étymologie: R. Τυδ, frapper ; cf. lat. tundo.

Russian (Dvoretsky)

Τῡδεύς: έως, эп. έος ὁ Тидей (сын Энея - Οἰνεύς, - царя Калидона, отец Диомеда, участник похода «семерых против Фив») Hom. etc.

Greek (Liddell-Scott)

Τῡδεύς: ὁ, γεν. Τυδέως, Ἐπικ. έος, ἢ ῆος· αἰτ. έα, Ἐπικ. ῆα, ὡσαύτως, ῆ, Ἰλ. Δ. 384· ― εἷς τῶν ἑπτὰ ἐπὶ Θήβας ἡρώων, πατὴρ τοῦ Διομήδους, Ὅμ. (Κυρίως, ὁ Πλήκτης, ἐκ τῆς √ΤΥΔ, ΤΥΝΔ, πρβλ. Τυνδάρεος, Σανσκρ. tud, tud-âmi (tundo)· Λατ. tundo, tutudi, tudes = m lleus· Γοτθ. staut-a (τύπτω), κτλ. ― Πατρωνυμικ. Τυδεΐδης, ὁ, ὁ Διομήδης, ὁ δ’ ὕστερος ὤρνυτο χαλκῷ Τυδεΐδης Ἰλ. Ε. 18, κτλ. ― Θηλ. Τυδηίς, ίδος, Κομανθὼ Τυδηὶς Τρυφιόδ. (ὀρθότ. Τριφιόδ-) 160.

Greek Monotonic

Τῡδεύς: ὁ, γεν. Τυδέως, Επικ. Τυδέος ή Τυδῆος· αιτ. Τυδέα, Επικ. Τυδῆα και Τυδῆ· ο ήρωας Τυδέας, ένας από τους επτά ήρωες της Θήβας, πατέρας του Διομήδους, σε Όμηρ.

Middle Liddell


the hero Tydeus, one of the Seven against Thebes, Hom.