τρισδύστηνος: Difference between revisions

From LSJ

Χθὼν πάντα κομίζει καὶ πάλιν κομίζεται → Nam terra donat ac resorbet omnia → Die Erde alles bringt, sich wieder alles nimmt

Menander, Monostichoi, 539
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=trisdu/sthnos
|Beta Code=trisdu/sthnos
|Definition=ον, = [[τρισδείλαιος]] ([[thrice-unhappy]]), ''AP'' 9.574.
|Definition=ον, = [[τρισδείλαιος]] ([[thrice-unhappy]]), ''AP'' 9.574.
}}
{{elru
|elrutext='''τρισδύστηνος:''' Anth. = [[τρισάθλιος]].
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τρισδύστηνος:''' -ον, = το προηγ., σε Ανθ.
|lsmtext='''τρισδύστηνος:''' -ον, = το προηγ., σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''τρισδύστηνος:''' Anth. = [[τρισάθλιος]].
}}
}}

Revision as of 16:30, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῐσδύστηνος Medium diacritics: τρισδύστηνος Low diacritics: τρισδύστηνος Capitals: ΤΡΙΣΔΥΣΤΗΝΟΣ
Transliteration A: trisdýstēnos Transliteration B: trisdystēnos Transliteration C: trisdystinos Beta Code: trisdu/sthnos

English (LSJ)

ον, = τρισδείλαιος (thrice-unhappy), AP 9.574.

Russian (Dvoretsky)

τρισδύστηνος: Anth. = τρισάθλιος.

Greek (Liddell-Scott)

τρισδύστηνος: -ον, τρὶς δύστηνος, τρισάθλιος, τρισκακοδαίμων, Ἀνθ. Π. 9. 574.

Greek Monolingual

-ον, Α
ο τρεις φορές δύστηνος, πάρα πολύ κακότυχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτατ. τρισ- / τρι- + δύστηνος «δύστυχος»].

Greek Monotonic

τρισδύστηνος: -ον, = το προηγ., σε Ανθ.