ὑπόκαυσις: Difference between revisions

From LSJ

κατ' ἐπιταγήν τοῦ αἰωνίου Θεοῦ → by command of the eternal God, by command of God eternal

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />action de chauffer une chaudière pour un bain.<br />'''Étymologie:''' [[ὑποκαίω]].
|btext=εως (ἡ) :<br />action de chauffer une chaudière pour un bain.<br />'''Étymologie:''' [[ὑποκαίω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὑπόκαυσις:''' εως ἡ [[нижняя топка]] (ἐμβαλεῖν τι εἰς τὴν ὑπόκαυσιν Plut.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-αύσεως, ἡ, Α [[ὑποκαίω]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[υποκαίω]]<br /><b>2.</b> η [[φωτιά]] της υποκαύστρας<br /><b>3.</b> (<b>κατ' επέκτ.</b>) [[θέρμανση]] με [[φωτιά]] που καίει από [[κάτω]].
|mltxt=-αύσεως, ἡ, Α [[ὑποκαίω]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[υποκαίω]]<br /><b>2.</b> η [[φωτιά]] της υποκαύστρας<br /><b>3.</b> (<b>κατ' επέκτ.</b>) [[θέρμανση]] με [[φωτιά]] που καίει από [[κάτω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὑπόκαυσις:''' εως ἡ [[нижняя топка]] (ἐμβαλεῖν τι εἰς τὴν ὑπόκαυσιν Plut.).
}}
}}

Revision as of 22:10, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπόκαυσις Medium diacritics: ὑπόκαυσις Low diacritics: υπόκαυσις Capitals: ΥΠΟΚΑΥΣΙΣ
Transliteration A: hypókausis Transliteration B: hypokausis Transliteration C: ypokafsis Beta Code: u(po/kausis

English (LSJ)

εως, ἡ, A burning underneath, Dieuch. ap. Orib.4.5.2. 2 burning of bricks, ὑ. τῆς ὀπτῆς (sc. πλίνθου) POxy.2153.12 (iii A. D.). II the fire of the hypocaust, Vitr.5.10.1, Plu.2.658e; heating by this means, IGRom.4.1210 (Thyatira); βαλανείου POxy. 2127.8 (ii A. D.).

German (Pape)

[Seite 1219] ἡ, das Anzünden, Anbrennen von unten her, dah. die Feuerung unter den Kesseln der Bäder, Plut. Symp. 3, 10, 3. – Auch das von unten Geheizte, Ofen, wie das Folgde, Vitruv.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
action de chauffer une chaudière pour un bain.
Étymologie: ὑποκαίω.

Russian (Dvoretsky)

ὑπόκαυσις: εως ἡ нижняя топка (ἐμβαλεῖν τι εἰς τὴν ὑπόκαυσιν Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ὑπόκαυσις: -εως, ἡ, τὸ καίειν ὑποκάτω, Ὀρειβάσ. 37 Matth. ΙΙ. τὸ πῦρ τῆς ὑποκαύστρας, αἴρας ἐμβαλλεῖν εἰς τὴν ὑπόκαυσιν Πλούτ. 2. 658Ε.

Greek Monolingual

-αύσεως, ἡ, Α ὑποκαίω
1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα του υποκαίω
2. η φωτιά της υποκαύστρας
3. (κατ' επέκτ.) θέρμανση με φωτιά που καίει από κάτω.