ἄνηστις: Difference between revisions
οἵτινες πόλιν μίαν λαβόντες εὐρυπρωκτότεροι πολύ τῆς πόλεος ἀπεχώρησαν ἧς εἷλον τότε → after taking a single city they returned home, with arses much wider than the city they captured
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}})" to "$1$3 $2") |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=a)/nhstis | |Beta Code=a)/nhstis | ||
|Definition=ὁ, ἡ, = [[νῆστις]], <span class="bibl">A.<span class="title">Fr.</span>258</span>A, <span class="bibl">Cratin.45</span>. | |Definition=ὁ, ἡ, = [[νῆστις]], <span class="bibl">A.<span class="title">Fr.</span>258</span>A, <span class="bibl">Cratin.45</span>. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-εως<br />[[que está en ayunas]] Cratin.45 (cj.)<br /><b class="num">•</b>fig. [[ἄνηστις]] δ' οὐκ ἀποστατεῖ [[γόος]] un hambriento lamento no le deja</i> A.<i>Fr</i>.433. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἄνηστις''': ὁ, ἡ, = [[νῆστις]], «ὅτι τὸ [[ἄνηστις]] ὁ [[νῆστις]] πλεονασμῷ τοῦ α, ὡς [[στάχυς]] ἄσταχυς παρὰ Κρατίνῳ κεῖται, ‘οὐ γάρ τοι [[σύγε]] πρῶτος ([[ἄκλητος]]) φοιτᾷς ἐπὶ [[δεῖπνον]] [[ἄνηστις]]’» Ἀθήν. 2. 47Α (Κρατῖνος ἐν «Διονυσαλεξάνδρῳ»): πρβλ. [[νώνυμος]] [[ἀνώνυμος]], [[νήνεμος]] [[ἀνήνεμος]], [[νήριθμος]] [[ἀνήριθμος]]· ἴδε Α. Β. 402. 32 καὶ Σουΐδ. [[ὅστις]] ἀναφέρει καὶ τὴν ἀντίθετον σημασίαν: «ὁ μὴ γεγευμένος», ἀλλ’ ἀμάρτυρον. | |lstext='''ἄνηστις''': ὁ, ἡ, = [[νῆστις]], «ὅτι τὸ [[ἄνηστις]] ὁ [[νῆστις]] πλεονασμῷ τοῦ α, ὡς [[στάχυς]] ἄσταχυς παρὰ Κρατίνῳ κεῖται, ‘οὐ γάρ τοι [[σύγε]] πρῶτος ([[ἄκλητος]]) φοιτᾷς ἐπὶ [[δεῖπνον]] [[ἄνηστις]]’» Ἀθήν. 2. 47Α (Κρατῖνος ἐν «Διονυσαλεξάνδρῳ»): πρβλ. [[νώνυμος]] [[ἀνώνυμος]], [[νήνεμος]] [[ἀνήνεμος]], [[νήριθμος]] [[ἀνήριθμος]]· ἴδε Α. Β. 402. 32 καὶ Σουΐδ. [[ὅστις]] ἀναφέρει καὶ τὴν ἀντίθετον σημασίαν: «ὁ μὴ γεγευμένος», ἀλλ’ ἀμάρτυρον. | ||
}} | }} |
Revision as of 17:05, 6 October 2022
English (LSJ)
ὁ, ἡ, = νῆστις, A.Fr.258A, Cratin.45.
Spanish (DGE)
-εως
que está en ayunas Cratin.45 (cj.)
•fig. ἄνηστις δ' οὐκ ἀποστατεῖ γόος un hambriento lamento no le deja A.Fr.433.
German (Pape)
[Seite 230] εως, = νῆστις, nüchtern, Cratin. in B. A. 402.
Greek (Liddell-Scott)
ἄνηστις: ὁ, ἡ, = νῆστις, «ὅτι τὸ ἄνηστις ὁ νῆστις πλεονασμῷ τοῦ α, ὡς στάχυς ἄσταχυς παρὰ Κρατίνῳ κεῖται, ‘οὐ γάρ τοι σύγε πρῶτος (ἄκλητος) φοιτᾷς ἐπὶ δεῖπνον ἄνηστις’» Ἀθήν. 2. 47Α (Κρατῖνος ἐν «Διονυσαλεξάνδρῳ»): πρβλ. νώνυμος ἀνώνυμος, νήνεμος ἀνήνεμος, νήριθμος ἀνήριθμος· ἴδε Α. Β. 402. 32 καὶ Σουΐδ. ὅστις ἀναφέρει καὶ τὴν ἀντίθετον σημασίαν: «ὁ μὴ γεγευμένος», ἀλλ’ ἀμάρτυρον.