μύσαγμα: Difference between revisions
ὄρνιθι γὰρ καὶ τὴν τότ᾽ αἰσίῳ τύχην παρέσχες ἡμῖν → for it was by a good omen that you provided that past fortune to us
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
(CSV import) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[μύσαγμα]], τὸ (Α)<br />[[μίασμα]], [[βδέλυγμα]], [[σίχαμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>μυσαγ</i>- του [[μυσάττομαι]] «αποστρέφομαι, [[σιχαίνομαι]]» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>μα</i> (<b>πρβλ.</b> [[πράττω]] - [[πράγμα]])]. | |mltxt=[[μύσαγμα]], τὸ (Α)<br />[[μίασμα]], [[βδέλυγμα]], [[σίχαμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>μυσαγ</i>- του [[μυσάττομαι]] «αποστρέφομαι, [[σιχαίνομαι]]» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>μα</i> (<b>πρβλ.</b> [[πράττω]] - [[πράγμα]])]. | ||
}} | |||
{{elmes | |||
|esmgtx=τό [[suciedad]] de una cabra ἡ δεῖνα σοι θύει, θεά, δεινόν τι θυμίασμα· αἰγός τε ποικίλης στέαρ καὶ αἷμα καὶ μ. <b class="b3">fulana quema en tu honor, diosa, una ofrenda terrible: grasa, sangre y suciedad de una cabra moteada (en una calumnia de magia maléfica) </b> P IV 2576 P IV 2645 | |||
}} | }} |
Revision as of 15:10, 15 October 2022
English (LSJ)
[ῠ], ατος, τό, = μύσος, A.Supp.995.
German (Pape)
[Seite 222] τό, die Befleckung, Alles was befleckt; τό τ' εἰπεῖν εὐπετὲς μύσαγμά πως, Aesch. Suppl. 973.
French (Bailly abrégé)
ατος (τό) :
action ou parole abominable, souillure.
Étymologie: μυσάττομαι.
Russian (Dvoretsky)
μύσαγμα: ατος (ῠ) ὁ осквернение, хула, позор: τὸ τ᾽ εἰπεῖν εὐπετὲς μ. πως Aesch. возводить хулу - дело легкое.
Greek (Liddell-Scott)
μύσαγμα: τό, (μῠσάττομαι) = μύσος, Αἰσχύλ. Ἱκ. 995.
Spanish
Greek Monolingual
μύσαγμα, τὸ (Α)
μίασμα, βδέλυγμα, σίχαμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μυσαγ- του μυσάττομαι «αποστρέφομαι, σιχαίνομαι» + κατάλ. -μα (πρβλ. πράττω - πράγμα)].
Léxico de magia
τό suciedad de una cabra ἡ δεῖνα σοι θύει, θεά, δεινόν τι θυμίασμα· αἰγός τε ποικίλης στέαρ καὶ αἷμα καὶ μ. fulana quema en tu honor, diosa, una ofrenda terrible: grasa, sangre y suciedad de una cabra moteada (en una calumnia de magia maléfica) P IV 2576 P IV 2645