τανάγρα: Difference between revisions
From LSJ
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (pape replacement) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η, Ν<br /><b>ζωολ.</b> [[γένος]] στρουθιόμορφων πτηνών που απαντούν στις τροπικές περιοχές του Νέου Κόσμου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>tanagra</i> <span style="color: red;"><</span> [[Τανάγρα]]]. | |mltxt=η, Ν<br /><b>ζωολ.</b> [[γένος]] στρουθιόμορφων πτηνών που απαντούν στις τροπικές περιοχές του Νέου Κόσμου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>tanagra</i> <span style="color: red;"><</span> [[Τανάγρα]]]. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ἡ, <i>ein kupferner [[Kessel]] zum Fleischkochen</i>, Hesych., auch [[ταναγρίς]], ίδος, wie Poll. 10.165 [[richtig]] [[verbessert]] ist. | |||
}} | }} |
Revision as of 16:41, 24 November 2022
English (LSJ)
ἡ, copper, cauldron, Hsch.:—Dim. ταναγρ-ίς, ίδος, ἡ, v.l. for παναγρίς in Poll.10.165.
Greek (Liddell-Scott)
τανάγρα: ἡ, ἀγγεῖον χαλκοῦν, ἐν ᾧ ἤρτυον τὰ κρέα» Ἡσύχ.: ― ὑποκορ. ταναγρίς = λεβητάριον, Πολυδ. Ι΄, 165.
Greek Monolingual
η, Ν
ζωολ. γένος στρουθιόμορφων πτηνών που απαντούν στις τροπικές περιοχές του Νέου Κόσμου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. tanagra < Τανάγρα].
German (Pape)
ἡ, ein kupferner Kessel zum Fleischkochen, Hesych., auch ταναγρίς, ίδος, wie Poll. 10.165 richtig verbessert ist.