λυμαντικός: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἔθνος τὸ ἐπὶ τῆς γῆς λιθοβολήσουσιν αὐτὸν ἐν λίθοις → the people of the land shall stone them to death

Source
(23)
 
m (pape replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=λυμαντικός
|Medium diacritics=λυμαντικός
|Low diacritics=λυμαντικός
|Capitals=ΛΥΜΑΝΤΙΚΟΣ
|Transliteration A=lymantikós
|Transliteration B=lymantikos
|Transliteration C=lymantikos
|Beta Code=lumantiko/s
|Definition=v. sub [[λυμαντής]].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[λυμαντικός]], -ή, -όν (Α) [[λυμαντής]]<br />[[λυμαντήριος]] («δόγματα λυμαντικὰ οἴκων», Αρρ.).
|mltxt=[[λυμαντικός]], -ή, -όν (Α) [[λυμαντής]]<br />[[λυμαντήριος]] («δόγματα λυμαντικὰ οἴκων», Αρρ.).
}}
{{pape
|ptext=[ῡ], = [[λυμαντήριος]], τινός, Arr. <i>Epict</i>. 3.7.20.
}}
}}

Latest revision as of 16:56, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λυμαντικός Medium diacritics: λυμαντικός Low diacritics: λυμαντικός Capitals: ΛΥΜΑΝΤΙΚΟΣ
Transliteration A: lymantikós Transliteration B: lymantikos Transliteration C: lymantikos Beta Code: lumantiko/s

English (LSJ)

v. sub λυμαντής.

Greek Monolingual

λυμαντικός, -ή, -όν (Α) λυμαντής
λυμαντήριος («δόγματα λυμαντικὰ οἴκων», Αρρ.).

German (Pape)

[ῡ], = λυμαντήριος, τινός, Arr. Epict. 3.7.20.