ταυρόκτονος: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἔστι γῆρας τοῦδε τοῦ μιάσματος → that pollution never wears out, that pollution can never grow old

Source
m (LSJ2 replacement)
m (pape replacement)
 
Line 12: Line 12:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />(<b>με παθ. σημ.</b>) αυτός που φονεύθηκε από ταύρο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ταῦρος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>κτονος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κτείνω]]), <b>πρβλ.</b> <i>χοιρό</i>-<i>κτονος</i>. Η προπαροξυτονία προσδίδει στον τ. παθ. σημ.].
|mltxt=-ον, Α<br />(<b>με παθ. σημ.</b>) αυτός που φονεύθηκε από ταύρο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ταῦρος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>κτονος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κτείνω]]), <b>πρβλ.</b> <i>χοιρό</i>-<i>κτονος</i>. Η προπαροξυτονία προσδίδει στον τ. παθ. σημ.].
}}
{{pape
|ptext=<i>vom [[Stiere]] [[getötet]]</i>.
}}
}}

Latest revision as of 17:06, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ταυρόκτονος Medium diacritics: ταυρόκτονος Low diacritics: ταυρόκτονος Capitals: ΤΑΥΡΟΚΤΟΝΟΣ
Transliteration A: tauróktonos Transliteration B: tauroktonos Transliteration C: tavroktonos Beta Code: tauro/ktonos

English (LSJ)

ον, Pass., killed by a bull, Ammon. Diff. p. 129V.

Greek Monolingual

-ον, Α
(με παθ. σημ.) αυτός που φονεύθηκε από ταύρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταῦρος + -κτονος (< κτείνω), πρβλ. χοιρό-κτονος. Η προπαροξυτονία προσδίδει στον τ. παθ. σημ.].

German (Pape)

vom Stiere getötet.