κισσοτόμος: Difference between revisions

From LSJ

ἀνάγκη τὸ κινοῦν ἀντικινεῖσθαι → what incites movement must suffer a counter-movement

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(sc. " to "(''sc.'' ")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kissotomos
|Transliteration C=kissotomos
|Beta Code=kissoto/mos
|Beta Code=kissoto/mos
|Definition=ον, (τέμνω) [[ivy-cutting]]: [[κισσοτόμοι]] (sc. [[ἡμέραι]]), αἱ, festival at Phlius, <span class="bibl">Paus.2.13.4</span>.
|Definition=ον, (τέμνω) [[ivy-cutting]]: [[κισσοτόμοι]] (''[[sc.]]'' [[ἡμέραι]]), αἱ, festival at Phlius, <span class="bibl">Paus.2.13.4</span>.
}}
}}
{{ls
{{ls

Revision as of 11:24, 30 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κισσοτόμος Medium diacritics: κισσοτόμος Low diacritics: κισσοτόμος Capitals: ΚΙΣΣΟΤΟΜΟΣ
Transliteration A: kissotómos Transliteration B: kissotomos Transliteration C: kissotomos Beta Code: kissoto/mos

English (LSJ)

ον, (τέμνω) ivy-cutting: κισσοτόμοι (sc. ἡμέραι), αἱ, festival at Phlius, Paus.2.13.4.

Greek (Liddell-Scott)

κισσοτόμος: -ον, (τέμνω), κισσοτόμοι (δηλ. ἡμέραι), αἱ, ἐν αἷς ἔκοπτον τὸν κισσόν, ἑορτή τις ἐν Φλειοῦντι, Παυσ. 2. 13, 4.

Greek Monolingual

κισσοτόμος, -ον (Α)
(το θηλ. πληθ. ως ουσ.) αἱ κισσοτόμοι
(ενν. ἡμέραι)
ετήσια γιορτή στον Φλιούντα της Αργολίδας προς τιμή της Ήβης («ἄγεται δὲ καὶ ἑορτὴ σφίσιν ἐπέτειος ἥν καλοῦσι Κισσοτόμους», Παυσ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κισσός + -τόμος (< τόμος < τέμνω), πρβλ. λατόμος, υλοτόμος.