νυκτοπορία: Difference between revisions
From LSJ
Ἢ μὴ γάμει τὸ σύνολον ἢ γαμῶν κράτει → Aut caelebs vive aut dominus uxori tuae → Bleib ledig oder herrsche über deine Frau
m (pape replacement) |
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2") |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''νυκτοπορία:''' ἡ, νυχτερινή [[περιήγηση]], νυχτερινή [[πορεία]], σε Πολύβ. | |lsmtext='''νυκτοπορία:''' ἡ, νυχτερινή [[περιήγηση]], νυχτερινή [[πορεία]], σε Πολύβ. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ἡ, <i>Gang, [[Reise]] bei [[Nacht]]</i>; Pol. 5.7.3, 97.5; auch [[νυκτοπορεία]] und [[νυκτιπορία]] [[geschrieben]], vgl. Lobeck <i>zu Phryn</i>. 686; Plut. <i>Alex</i>. 23, <i>Non posse</i> 17. | |||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
Line 24: | Line 27: | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[νυκτοπορία]], ἡ,<br />a [[night]]-[[journey]], [[night]]-[[march]], Polyb. | |mdlsjtxt=[[νυκτοπορία]], ἡ,<br />a [[night]]-[[journey]], [[night]]-[[march]], Polyb. | ||
}} | }} |
Revision as of 12:35, 30 November 2022
English (LSJ)
ἡ, night-march, Plb. 5.7.3, D.S.18.40, Plu.Alex.22.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
marche de nuit.
Étymologie: νύξ, πόρος.
Greek Monolingual
η (Α νυκτοπορία) νυκτοπόρος
(ιδίως για μετακινήσεις στρατευμάτων) πορεία στη διάρκεια της νύχτας, νυχτερινή πορεία.
Greek Monotonic
νυκτοπορία: ἡ, νυχτερινή περιήγηση, νυχτερινή πορεία, σε Πολύβ.
German (Pape)
ἡ, Gang, Reise bei Nacht; Pol. 5.7.3, 97.5; auch νυκτοπορεία und νυκτιπορία geschrieben, vgl. Lobeck zu Phryn. 686; Plut. Alex. 23, Non posse 17.
Russian (Dvoretsky)
νυκτοπορία: ἡ ночной переход, ночное передвижение Polyb., Plut.
Middle Liddell
νυκτοπορία, ἡ,
a night-journey, night-march, Polyb.