ἀμόθεν: Difference between revisions

From LSJ

Μετὰ δικαίου ἀεὶ διατριβὰς ποιοῦ (Μετὰ δικαίωντὰς διατριβὰς ποιοῦ) → Cum iustis semper versare in eodem loco → Mit den Gerechten pflege Umgang immerfort

Menander, Monostichoi, 367
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br")
Line 3: Line 3:
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />de quelque côté.<br />'''Étymologie:''' [[ἀμός]], -θεν.
|btext=<i>adv.</i><br />[[de quelque côté]].<br />'''Étymologie:''' [[ἀμός]], -θεν.
}}
}}
{{elru
{{elru

Revision as of 11:23, 9 January 2023

German (Pape)

[Seite 126] att. ἁμόθεν, irgend woher, Hom. einmal, Od. 1, 10 τῶν ἁμόθεν γε, θεὰ θύγατερ Διός, εἰπὲ καὶ ἡμῖν, = ἀπό τινος μέρους τούτων, von irgend einem Puncte dieser Begebenheiten anfangend, Scholl. u. Apoll. lex. Hom. 28, 16 Etymol. m. 95, 22 Hesych. s. v.; – ἁμόθεν γέ ποθεν Plat. Legg. VII, 798 b, von woher es auch sei, wie Gorg. 492 d (Schol. ὅπως δήποτε); vgl. Opp. C. 401.

French (Bailly abrégé)

adv.
de quelque côté.
Étymologie: ἀμός, -θεν.

Russian (Dvoretsky)

ἀμόθεν: атт. ἁμόθεν adv. с какой-л. стороны, откуда-л.: τῶν ἀ. γε εἰπέ Hom. расскажи что-нибудь о них; ἁ. γέ ποθεν Plat. кое-как, как-либо, так или иначе.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμόθεν: Ἰων. ἀμόθεν, ἐπίρρ.: (ἁμός). Ἀπό τινος μέρους ἢ τόπου, τῶν ἀμόθεν γε, θεά, ... εἰπὲ καὶ ἠμῆν, = περὶ ὧν ἐξ οἱουδήποτε σημείου... εἰπὲ καὶ εἰς ἡμᾶς, Ὀδ. Α. 10· ἁμόθεν γέ ποθεν, ἔκ τινος οἱουδήποτε μέρους, Πλάτ. Γοργ. 492D, Νόμ. 798Β· ἀμόθεν μόνον, Ὀππ. Κ. 1. 401: πρβλ. ἁμῆ, ἀμοῖ, οὐδαμόθεν καὶ ἴδε Ruhnk Τίμ. ἐν λ. Ὁ Ἡσύχ. ἑρμηνεύει: «ἁμόθεν, ἀπό τινος μέρους, ὁπόθεν θέλεις… δηλοῖ δὲ καὶ τὸ μηδαμῶς, κατὰ μηδένα τρόπον».

Greek Monolingual

ἁμόθεν επίρρ. (Α) [ἁμὸς ΙΙ]
1. από οποιοδήποτε μέρος, σημείο
2. φρ. «ἁμόθεν γέ ποθεν», οπωσδήποτε.