πολιόθριξ: Difference between revisions

From LSJ

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
(Bailly1_4)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?<br \/>)([\w\s'-]+), ([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2, $3.<br")
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=πολιόθριξ
|Medium diacritics=πολιόθριξ
|Low diacritics=πολιόθριξ
|Capitals=ΠΟΛΙΟΘΡΙΞ
|Transliteration A=polióthrix
|Transliteration B=poliothrix
|Transliteration C=poliothriks
|Beta Code=polio/qric
|Definition=-τριχος, ὁ, ἡ, [[greyhaired]], [[ἱέρειαι]] Str. 7.2.3.
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0655.png Seite 655]] τριχος, grauhaarig, Strab. 7, 2, 3.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0655.png Seite 655]] τριχος, grauhaarig, Strab. 7, 2, 3.
}}
{{bailly
|btext=ότριχος (ὁ, ἡ)<br />[[aux cheveux blancs]], [[chenu]].<br />'''Étymologie:''' [[πολιός]], [[θρίξ]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πολιόθριξ''': -τρῐχος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων πολιὰν τὴν κόμην, ἱέρειαι Στράβ. 293.
|lstext='''πολιόθριξ''': -τρῐχος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων πολιὰν τὴν κόμην, ἱέρειαι Στράβ. 293.
}}
}}
{{bailly
{{grml
|btext=ότριχος (, )<br />aux cheveux blancs, chenu.<br />'''Étymologie:''' [[πολιός]], [[θρίξ]].
|mltxt=-τριχος, β, ή, ΜΑ<br />αυτός που έχει ψαρές [[τρίχες]] στο [[κεφάλι]] του, γκριζομάλλης («προμάντεις ἱέρειαι πολιότριχες», <b>Στράβ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πολιός]] «[[ψαρός]], [[υπόλευκος]]» <span style="color: red;">+</span> -[[θριξ]] (<span style="color: red;"><</span> [[θρίξ]], <i>τριχός</i>), <b>πρβλ.</b> [[λευκό]]-[[θριξ]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πολιόθριξ:''' -τρῐχος, ὁ, ἡ, γκριζομάλλης, αυτός που έχει γκρίζα [[κόμη]], σε Στράβ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=πολιό-θριξ, τρῐχος, ὁ, ἡ,<br />grayhaired, Strab.
}}
}}

Latest revision as of 12:05, 9 January 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολιόθριξ Medium diacritics: πολιόθριξ Low diacritics: πολιόθριξ Capitals: ΠΟΛΙΟΘΡΙΞ
Transliteration A: polióthrix Transliteration B: poliothrix Transliteration C: poliothriks Beta Code: polio/qric

English (LSJ)

-τριχος, ὁ, ἡ, greyhaired, ἱέρειαι Str. 7.2.3.

German (Pape)

[Seite 655] τριχος, grauhaarig, Strab. 7, 2, 3.

French (Bailly abrégé)

ότριχος (ὁ, ἡ)
aux cheveux blancs, chenu.
Étymologie: πολιός, θρίξ.

Greek (Liddell-Scott)

πολιόθριξ: -τρῐχος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων πολιὰν τὴν κόμην, ἱέρειαι Στράβ. 293.

Greek Monolingual

-τριχος, β, ή, ΜΑ
αυτός που έχει ψαρές τρίχες στο κεφάλι του, γκριζομάλλης («προμάντεις ἱέρειαι πολιότριχες», Στράβ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολιός «ψαρός, υπόλευκος» + -θριξ (< θρίξ, τριχός), πρβλ. λευκό-θριξ].

Greek Monotonic

πολιόθριξ: -τρῐχος, ὁ, ἡ, γκριζομάλλης, αυτός που έχει γκρίζα κόμη, σε Στράβ.

Middle Liddell

πολιό-θριξ, τρῐχος, ὁ, ἡ,
grayhaired, Strab.