μονοφανής: Difference between revisions

From LSJ

καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)

Source
(25)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)]" to "πρβλ. $2$4]")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 6: Line 6:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μονοφανής]], -ές, ιων. μουνοφανής (Α)<br />ο [[μόνος]] [[φαινόμενος]], ο [[μόνος]] [[ορατός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μον</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>φανής</i><span style="color: red;"><</span> [[φαίνομαι]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>δια</i>-<i>φανής</i>].
|mltxt=[[μονοφανής]], -ές, ιων. μουνοφανής (Α)<br />ο [[μόνος]] [[φαινόμενος]], ο [[μόνος]] [[ορατός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μον</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>φανής</i><span style="color: red;"><</span> [[φαίνομαι]]), [[πρβλ]]. [[διαφανής]]].
}}
}}

Latest revision as of 06:50, 8 May 2023

German (Pape)

[Seite 206] ές, allein erscheinend, allein sichtbar, Paul. Sil. ecphr. 423.

Greek (Liddell-Scott)

μονοφᾰνής: -ές, ὁ μόνος ὁρατός, Παύλ. Σιλ. Ἔκφρ. 423.

Greek Monolingual

μονοφανής, -ές, ιων. μουνοφανής (Α)
ο μόνος φαινόμενος, ο μόνος ορατός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μον(ο)- + -φανής< φαίνομαι), πρβλ. διαφανής].