ολετήρας: Difference between revisions

From LSJ

τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ δίμοιρον αἰνῶ, καὶ δίκᾳ δίκας ἕπεσθαι, ξὺν εὐχαῖς ἐμαῖς, λυτηρίοις μηχαναῖς θεοῦ πάρα → I approve the better kind of evil, the two-thirds kind, and that, in accordance with my prayers, through contrivances bringing salvation at the god’s hand

Source
(28)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, θηλ. ολέτειρα (ΑΜ [[ὀλετήρ]], -ῆρος, θηλ. [[ὀλέτειρα]])<br /><b>1.</b> [[καταστροφέας]], [[εξολοθρευτής]]<br /><b>2.</b> αυτός που φονεύει.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ολε</i>- (<b>βλ.</b> <i>όλλυμι</i>) <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήρ</i>, (<b>πρβλ.</b> <i>γεννε</i>-<i>τήρ</i>)].
|mltxt=ο, θηλ. ολέτειρα (ΑΜ [[ὀλετήρ]], -ῆρος, θηλ. [[ὀλέτειρα]])<br /><b>1.</b> [[καταστροφέας]], [[εξολοθρευτής]]<br /><b>2.</b> αυτός που φονεύει.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>ολε</i>- (<b>βλ.</b> <i>όλλυμι</i>) <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήρ</i>, ([[πρβλ]]. [[γεννετήρ]])].
}}
}}

Latest revision as of 08:45, 8 May 2023

Greek Monolingual

ο, θηλ. ολέτειρα (ΑΜ ὀλετήρ, -ῆρος, θηλ. ὀλέτειρα)
1. καταστροφέας, εξολοθρευτής
2. αυτός που φονεύει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ολε- (βλ. όλλυμι) + επίθημα -τήρ, (πρβλ. γεννετήρ)].