σχολάρχης: Difference between revisions

From LSJ

ἔκστασίς τίς ἐστιν ἐν τῇ γενέσει τὸ παρὰ φύσιν τοῦ κατὰ φύσιν → what is contrary to nature is any developmental aberration from what is in accord with nature (Aristotle, On the Heavens 286a19)

Source
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)( [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''σχολάρχης:''' ου ὁ глава школы Diog. L.
|elrutext='''σχολάρχης:''' ου ὁ [[глава школы]] Diog. L.
}}
}}
{{ls
{{ls

Revision as of 09:10, 11 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σχολάρχης Medium diacritics: σχολάρχης Low diacritics: σχολάρχης Capitals: ΣΧΟΛΑΡΧΗΣ
Transliteration A: scholárchēs Transliteration B: scholarchēs Transliteration C: scholarchis Beta Code: sxola/rxhs

English (LSJ)

ου, ὁ, head of a school, Id.5.2, PRyl.397.3 (iii A.D.).

German (Pape)

[Seite 1058] ὁ, Vorsteher einer Schule.

Russian (Dvoretsky)

σχολάρχης: ου ὁ глава школы Diog. L.

Greek (Liddell-Scott)

σχολάρχης: -ου, ὁ, ὁ ἀρχηγὸς σχολῆς, σχολάρχης ἐγένετο τῆς ἐν Ἀκαδημείᾳ σχολῆς Ξενοκράτης Διογ. Λ. 5. 2· - σχολαρχέω, ὁ αὐτ. 8. 1.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ, και σκολάρχης Ν
αρχηγός ή ιδρυτής καλλιτεχνικής, φιλοσοφικής ή άλλης σχολής
νεοελλ.
διευθυντής σχολαρχείου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σχολή + -άρχης (< ἄρχω)].