προσαγωγίδης: Difference between revisions

From LSJ

λογισάμενος ὅτι καὶ ἐκ νεκρῶν ἐγεῖραι δυνατὸς ὁ Θεός → in the belief that God was able to raise him up from the dead

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 4: Line 4:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br /><i>c.</i> [[προσαγωγεύς]].
|btext=ου (ὁ) :<br /><i>c.</i> [[προσαγωγεύς]].
}}
{{elru
|elrutext='''προσαγωγίδης:''' ου (ῐδ) ὁ Plut. = [[προσαγωγεύς]] 2.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 9: Line 12:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br />[[κατάσκοπος]] ή [[καταδότης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[προσαγωγός]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίδης</i> (<b>πρβλ.</b> <i>ηγεμον</i>-<i>ίδης</i>)].
|mltxt=ὁ, Α<br />[[κατάσκοπος]] ή [[καταδότης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[προσαγωγός]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίδης</i> ([[πρβλ]]. [[ηγεμονίδης]])].
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=προσαγωγίδης -ου, ὁ [προσαγωγή] verklikker, spion.
|elnltext=προσαγωγίδης -ου, ὁ [προσαγωγή] [[verklikker]], [[spion]].
}}
{{elru
|elrutext='''προσαγωγίδης:''' ου (ῐδ) ὁ Plut. = [[προσαγωγεύς]] 2.
}}
}}

Latest revision as of 16:07, 11 May 2023

German (Pape)

[Seite 747] ὁ, dor. ποταγωγίδης, = προσαγωγεύς, Plut. Dion. 28, wo jetzt προσαγωγέας für προσαγωγίδας gelesen wird. S. Wessel. ad D. Sic. I p. 455.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
c. προσαγωγεύς.

Russian (Dvoretsky)

προσαγωγίδης: ου (ῐδ) ὁ Plut. = προσαγωγεύς 2.

Greek (Liddell-Scott)

προσᾰγωγίδης: ἴδε προσαγωγεύς.

Greek Monolingual

ὁ, Α
κατάσκοπος ή καταδότης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσαγωγός + επίθημα -ίδης (πρβλ. ηγεμονίδης)].

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προσαγωγίδης -ου, ὁ [προσαγωγή] verklikker, spion.