κατάφαρκτος: Difference between revisions

From LSJ

Περὶ τῶν Ἱπποκράτους καὶ Πλάτωνος δογμάτων → On the Doctrines of Hippocrates and Plato

Source
(6_16)
m (LSJ1 replacement)
 
(13 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=katafarktos
|Transliteration C=katafarktos
|Beta Code=kata/farktos
|Beta Code=kata/farktos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[κατάφρακτος]] (q.v.).</span>
|Definition=κατάφαρκτον, = [[κατάφρακτος]] ([[quod vide|q.v.]]).
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />[[enfermé dans]].<br />'''Étymologie:''' = [[κατάφρακτος]] de [[κατά]], [[φράγνυμι]].
}}
{{elnl
|elnltext=κατάφαρκτος -ον opgesloten.
}}
{{elru
|elrutext='''κατάφαρκτος:''' [[заключенный]], [[замурованный]] (πετρώδει ἐν δεσμῷ Soph.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κατάφαρκτος''': -ον, = [[κατάφρακτος]], ὃ ἴδε.
|lstext='''κατάφαρκτος''': -ον, = [[κατάφρακτος]], ὃ ἴδε.
}}
{{grml
|mltxt=[[κατάφαρκτος]], -ον (Α)<br />(<b>αττ. τ.</b>) <b>βλ.</b> [[κατάφρακτος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κατάφαρκτος:''' -ον = [[κατάφρακτος]].
}}
}}

Latest revision as of 09:37, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατάφαρκτος Medium diacritics: κατάφαρκτος Low diacritics: κατάφαρκτος Capitals: ΚΑΤΑΦΑΡΚΤΟΣ
Transliteration A: katápharktos Transliteration B: katapharktos Transliteration C: katafarktos Beta Code: kata/farktos

English (LSJ)

κατάφαρκτον, = κατάφρακτος (q.v.).

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
enfermé dans.
Étymologie: = κατάφρακτος de κατά, φράγνυμι.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κατάφαρκτος -ον opgesloten.

Russian (Dvoretsky)

κατάφαρκτος: заключенный, замурованный (πετρώδει ἐν δεσμῷ Soph.).

Greek (Liddell-Scott)

κατάφαρκτος: -ον, = κατάφρακτος, ὃ ἴδε.

Greek Monolingual

κατάφαρκτος, -ον (Α)
(αττ. τ.) βλ. κατάφρακτος.

Greek Monotonic

κατάφαρκτος: -ον = κατάφρακτος.