ἀνέκφορος: Difference between revisions

From LSJ

πολιόν τε δάκρυον ἐκβάλλω → let fall the tear from my old eyes, let fall an old man's tear

Source
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
m (LSJ1 replacement)
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=anekforos
|Transliteration C=anekforos
|Beta Code=a)ne/kforos
|Beta Code=a)ne/kforos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[not to be brought to light]], <span class="bibl">Iamb.<span class="title">VP</span>32.226</span>, <span class="bibl">Poll.5.147</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> Medic., <b class="b3">ἀνέκφορα πάντα γίγνεται</b> there is a general [[stoppage]] (of intestinal obstruction), Archig. ap. <span class="bibl">Aët.9.28</span>.</span>
|Definition=ἀνέκφορον,<br><span class="bld">A</span> [[not to be brought to light]], Iamb.''VP''32.226, Poll.5.147.<br><span class="bld">2</span> Medic., <b class="b3">ἀνέκφορα πάντα γίγνεται</b> there is a general [[stoppage]] (of intestinal obstruction), Archig. ap. Aët.9.28.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[no divulgado]] ἀνέκφορα διατηροῦντες ἀγράφως ἐν μνήμῃ Iambl.<i>VP</i> 226, cf. Poll.5.147.<br /><b class="num">2</b> medic. [[retenido]] en el intestino ἀνέκφορα πάντα γίγνεται Archig. en Aët.9.28 (p.333).
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνέκφορος''': -ον, ὁ μὴ εἰς φῶς ἐκφερόμενος, ὁ ἄρρητος, Ἰαμβλ. [[βίος]] Πυθ. 226, Πολυδ. Ε΄, 147.
|lstext='''ἀνέκφορος''': -ον, ὁ μὴ εἰς φῶς ἐκφερόμενος, ὁ ἄρρητος, Ἰαμβλ. [[βίος]] Πυθ. 226, Πολυδ. Ε΄, 147.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[no divulgado]] ἀνέκφορα διατηροῦντες ἀγράφως ἐν μνήμῃ Iambl.<i>VP</i> 226, cf. Poll.5.147.<br /><b class="num">2</b> medic. [[retenido]] en el intestino ἀνέκφορα πάντα γίγνεται Archig. en Aët.9.28 (p.333).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀνέκφορος]], -ον (AM)<br /><b>1.</b> αυτός που δεν [[πρέπει]] να εκφέρεται στο φως, ο [[άρρητος]]<br /><b>2.</b> <b>Ιατρ.</b> [[εκείνος]] που δεν εκφέρεται, δεν εξάγεται από τον οργανισμό κανονικά.
|mltxt=[[ἀνέκφορος]], -ον (AM)<br /><b>1.</b> αυτός που δεν [[πρέπει]] να εκφέρεται στο φως, ο [[άρρητος]]<br /><b>2.</b> <b>Ιατρ.</b> [[εκείνος]] που δεν εκφέρεται, δεν εξάγεται από τον οργανισμό κανονικά.
}}
}}

Latest revision as of 10:44, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνέκφορος Medium diacritics: ἀνέκφορος Low diacritics: ανέκφορος Capitals: ΑΝΕΚΦΟΡΟΣ
Transliteration A: anékphoros Transliteration B: anekphoros Transliteration C: anekforos Beta Code: a)ne/kforos

English (LSJ)

ἀνέκφορον,
A not to be brought to light, Iamb.VP32.226, Poll.5.147.
2 Medic., ἀνέκφορα πάντα γίγνεται there is a general stoppage (of intestinal obstruction), Archig. ap. Aët.9.28.

Spanish (DGE)

-ον
1 no divulgado ἀνέκφορα διατηροῦντες ἀγράφως ἐν μνήμῃ Iambl.VP 226, cf. Poll.5.147.
2 medic. retenido en el intestino ἀνέκφορα πάντα γίγνεται Archig. en Aët.9.28 (p.333).

German (Pape)

[Seite 221] nicht ans Licht zu bringen, nicht zu verbreiten, Eust.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνέκφορος: -ον, ὁ μὴ εἰς φῶς ἐκφερόμενος, ὁ ἄρρητος, Ἰαμβλ. βίος Πυθ. 226, Πολυδ. Ε΄, 147.

Greek Monolingual

ἀνέκφορος, -ον (AM)
1. αυτός που δεν πρέπει να εκφέρεται στο φως, ο άρρητος
2. Ιατρ. εκείνος που δεν εκφέρεται, δεν εξάγεται από τον οργανισμό κανονικά.