ἀναπόγραφος: Difference between revisions

From LSJ

Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")
m (LSJ1 replacement)
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=anapografos
|Transliteration C=anapografos
|Beta Code=a)napo/grafos
|Beta Code=a)napo/grafos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">not registered</b> in the custom-house books, [[contraband]], <span class="bibl">Poll.9.31</span>; <b class="b3">ἀ. μέταλλα</b> [[unregistered]] mines, <span class="bibl">Hyp.<span class="title">Eux.</span>34</span>; <b class="b2">not registered</b> in the census, <span class="bibl"><span class="title">PLond.</span>2.260.29</span> (i A. D.); πρόβατα ἀ. <span class="bibl"><span class="title">BGU</span>338ii6</span> (ii A. D.).</span>
|Definition=ἀναπόγραφον, [[not registered]] in the custom-house books, [[contraband]], Poll.9.31; <b class="b3">ἀ. μέταλλα</b> [[unregistered]] mines, Hyp.''Eux.''34; [[not registered]] in the census, ''PLond.''2.260.29 (i A. D.); πρόβατα ἀ. ''BGU''338ii6 (ii A. D.).
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[sin registrar]] μέταλλα Hyp.<i>Eux</i>.34, πρόβατα <i>BGU</i> 388 II 6 (II d.C.), cf. <i>SB</i> 8008.7 (III a.C.), <i>PLond</i>.2.260.29 (I d.C.), <i>PBremen</i> 32.27 (II d.C.), Poll.9.31.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 14: Line 17:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀναπόγρᾰφος''': -ον, ὁ μὴ ἀπογεγραμμένος ἐν τοῖς βιβλίοις τοῦ τελωνείου, «τὸ δὲ μὴ ἀπογραφὲν ἀναπόγραφον» λαθρεμπόρευμα [[Πολυδ]]. Θϳ. 31, πρβλ. Βοίκχιον Π. Οἰ. Ἀθ. 2. 55· ἀναπόγρ. μέταλλα, μεταλλεῖα μὴ ἐγγεγραμμένα εἰς τὸν κατάλογον, Ὑπερείδ. [[ὑπὲρ]] Εὐξενίππ. 43· ἴδε ἐν λ. [[ἄγραφος]].
|lstext='''ἀναπόγρᾰφος''': -ον, ὁ μὴ ἀπογεγραμμένος ἐν τοῖς βιβλίοις τοῦ τελωνείου, «τὸ δὲ μὴ ἀπογραφὲν ἀναπόγραφον» λαθρεμπόρευμα Πολυδ. Θϳ. 31, πρβλ. Βοίκχιον Π. Οἰ. Ἀθ. 2. 55· ἀναπόγρ. μέταλλα, μεταλλεῖα μὴ ἐγγεγραμμένα εἰς τὸν κατάλογον, Ὑπερείδ. [[ὑπὲρ]] Εὐξενίππ. 43· ἴδε ἐν λ. [[ἄγραφος]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[sin registrar]] μέταλλα Hyp.<i>Eux</i>.34, πρόβατα <i>BGU</i> 388 II 6 (II d.C.), cf. <i>SB</i> 8008.7 (III a.C.), <i>PLond</i>.2.260.29 (I d.C.), <i>PBremen</i> 32.27 (II d.C.), Poll.9.31.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀναπόγραφος]], -ον) [[ἀπογράφω]]<br />αυτός που δεν [[είναι]] [[γραμμένος]] σε καταλόγους, αυτός για τον οποίο δεν έγινε [[απογραφή]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για εμπορεύματα) αυτός που δεν έχει γραφεί στο [[δασμολόγιο]].
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀναπόγραφος]], -ον) [[ἀπογράφω]]<br />αυτός που δεν [[είναι]] [[γραμμένος]] σε καταλόγους, αυτός για τον οποίο δεν έγινε [[απογραφή]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για εμπορεύματα) αυτός που δεν έχει γραφεί στο [[δασμολόγιο]].
}}
}}

Latest revision as of 10:45, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναπόγρᾰφος Medium diacritics: ἀναπόγραφος Low diacritics: αναπόγραφος Capitals: ΑΝΑΠΟΓΡΑΦΟΣ
Transliteration A: anapógraphos Transliteration B: anapographos Transliteration C: anapografos Beta Code: a)napo/grafos

English (LSJ)

ἀναπόγραφον, not registered in the custom-house books, contraband, Poll.9.31; ἀ. μέταλλα unregistered mines, Hyp.Eux.34; not registered in the census, PLond.2.260.29 (i A. D.); πρόβατα ἀ. BGU338ii6 (ii A. D.).

Spanish (DGE)

-ον
sin registrar μέταλλα Hyp.Eux.34, πρόβατα BGU 388 II 6 (II d.C.), cf. SB 8008.7 (III a.C.), PLond.2.260.29 (I d.C.), PBremen 32.27 (II d.C.), Poll.9.31.

German (Pape)

[Seite 203] nicht eingeschrieben, τὰ ἀναπόγραφα, in das Zollregister nicht eingeschriebene, unverzollte Waaren, Poll. 9, 31.

Greek (Liddell-Scott)

ἀναπόγρᾰφος: -ον, ὁ μὴ ἀπογεγραμμένος ἐν τοῖς βιβλίοις τοῦ τελωνείου, «τὸ δὲ μὴ ἀπογραφὲν ἀναπόγραφον» λαθρεμπόρευμα Πολυδ. Θϳ. 31, πρβλ. Βοίκχιον Π. Οἰ. Ἀθ. 2. 55· ἀναπόγρ. μέταλλα, μεταλλεῖα μὴ ἐγγεγραμμένα εἰς τὸν κατάλογον, Ὑπερείδ. ὑπὲρ Εὐξενίππ. 43· ἴδε ἐν λ. ἄγραφος.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀναπόγραφος, -ον) ἀπογράφω
αυτός που δεν είναι γραμμένος σε καταλόγους, αυτός για τον οποίο δεν έγινε απογραφή
νεοελλ.
(για εμπορεύματα) αυτός που δεν έχει γραφεί στο δασμολόγιο.