ῥαγίον: Difference between revisions
From LSJ
m (Text replacement - "cf. <b class="b3">([^\s-\.]*?[αΑάΆΒβΓγΔδεΕέΈΖζηΗήΉΘθιΙίΊϊΪΐΚκΛλΜμΝνΞξοΟςόΌΠπΡρΣσΤτυΥυύΎϋΫΰΦφΧχΨψωΩώΏ]+?[^\s-\.]*?)<\/b>" to "cf. $1") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ragion | |Transliteration C=ragion | ||
|Beta Code=r(agi/on | |Beta Code=r(agi/on | ||
|Definition=τό, Dim. of | |Definition=τό, ''Dim. of'' [[ῥάξ]], ''EM'' 705.52 (Gaisf. [[ῥαγί]]).<br><span class="bld">II</span> a poisonous [[spider]], Philum.''Ven.''15.1, Aët.13.20; cf. [[ῥώξ]]. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ῥᾱγίον''': τό, ὑποκοριστ. τοῦ ῥάξ, «ῥὼξ [[ζῷον]] ἐστὶ μικρόν, ῥαγίῳ (ῥαγὶ Gaisf.) σταφυλῆς ὅμοιον» Ἐτυμολ. Μέγ. 705. 52. ΙΙ. [[εἶδος]] [[ἀράχνης]] δηλητηριώδους, κοινῶς «ῥῶγα», Ἀέτ.· ἴδε ἐν λέξει ῥώξ. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=τὸ, Α [[ῥάξ</i>, <i>ῥαγός]]<br /><b>1.</b> (με υποκορ. σημ.) μικρή [[ρώγα]] («[[ζῷον]] ἐστὶ [[μικρόν]], ῥαγίῳ σταφυλῆς ὅμοιον», Μέγα Ετυμολογικον)<br /><b>2.</b> [[είδος]] δηλητηριώδους αράχνης. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:06, 25 August 2023
English (LSJ)
τό, Dim. of ῥάξ, EM 705.52 (Gaisf. ῥαγί).
II a poisonous spider, Philum.Ven.15.1, Aët.13.20; cf. ῥώξ.
Greek (Liddell-Scott)
ῥᾱγίον: τό, ὑποκοριστ. τοῦ ῥάξ, «ῥὼξ ζῷον ἐστὶ μικρόν, ῥαγίῳ (ῥαγὶ Gaisf.) σταφυλῆς ὅμοιον» Ἐτυμολ. Μέγ. 705. 52. ΙΙ. εἶδος ἀράχνης δηλητηριώδους, κοινῶς «ῥῶγα», Ἀέτ.· ἴδε ἐν λέξει ῥώξ.
Greek Monolingual
τὸ, Α [[ῥάξ, ῥαγός]]
1. (με υποκορ. σημ.) μικρή ρώγα («ζῷον ἐστὶ μικρόν, ῥαγίῳ σταφυλῆς ὅμοιον», Μέγα Ετυμολογικον)
2. είδος δηλητηριώδους αράχνης.