τυρευτήρ: Difference between revisions

From LSJ

Χαίρειν ἐπ' αἰσχροῖς οὐδέποτε χρὴ πράγμασιν → Non decet in rebus esse laetum turpibus → In schlimmer Not ist Freude niemals angebracht

Menander, Monostichoi, 544
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)( [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
m (LSJ1 replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=tyreftir
|Transliteration C=tyreftir
|Beta Code=tureuth/r
|Beta Code=tureuth/r
|Definition=ῆρος, ὁ, [[one who makes cheese]], <b class="b3">Ἑρμῆς τυρευτήρ</b> Hermes as god of goatherds, and giver of goat's-milk cheese, <span class="title">AP</span>9.744 (Leon.).
|Definition=τυρευτῆρος, ὁ, [[one who makes cheese]], <b class="b3">Ἑρμῆς τυρευτήρ</b> Hermes as god of goatherds, and giver of goat's-milk cheese, ''AP''9.744 (Leon.).
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ῆρος, ὁ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που παρασκευάζει [[τυρί]], [[τυροποιός]]<br /><b>2.</b> [[προσωνυμία]] του Ερμού ως θεού τών ποιμένων και ως δότη του κατσικήσιου τυριού («Ἑρμᾷ τυρευτῆρι»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τυρεύω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήρ</i> (<b>πρβλ.</b> <i>βουλευ</i>-<i>τήρ</i>)].
|mltxt=-ῆρος, ὁ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που παρασκευάζει [[τυρί]], [[τυροποιός]]<br /><b>2.</b> [[προσωνυμία]] του Ερμού ως θεού τών ποιμένων και ως δότη του κατσικήσιου τυριού («Ἑρμᾷ τυρευτῆρι»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τυρεύω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήρ</i> ([[πρβλ]]. [[βουλευτήρ]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Latest revision as of 11:06, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τῡρευτήρ Medium diacritics: τυρευτήρ Low diacritics: τυρευτήρ Capitals: ΤΥΡΕΥΤΗΡ
Transliteration A: tyreutḗr Transliteration B: tyreutēr Transliteration C: tyreftir Beta Code: tureuth/r

English (LSJ)

τυρευτῆρος, ὁ, one who makes cheese, Ἑρμῆς τυρευτήρ Hermes as god of goatherds, and giver of goat's-milk cheese, AP9.744 (Leon.).

German (Pape)

[Seite 1164] ῆρος, ὁ, = Folgdm; so heißt Hermes, als Hirtengott und Geber des Ziegenkäses, Leonid. paralip. 89 (IX, 744).

French (Bailly abrégé)

ῆρος (ὁ) :
qui fait des fromages ép. d'Hermès, dieu des chevriers.
Étymologie: τυρεύω.

Russian (Dvoretsky)

τῡρευτήρ: ῆρος ὁ сыровар (эпитет Гермеса как бога скотоводов) Anth.

Greek (Liddell-Scott)

τῡρευτήρ: ῆρος, ὁ, ὁ τυρεύων, κατασκευάζων τυρόν, Ἑρμῆς τυρευτήρ, ὡς θεὸς τῶν αἰπόλων καὶ δοτὴρ τοῦ αἰγείου τυροῦ, Ἀνθ. Π. 9. 744.

Greek Monolingual

-ῆρος, ὁ, Α
1. αυτός που παρασκευάζει τυρί, τυροποιός
2. προσωνυμία του Ερμού ως θεού τών ποιμένων και ως δότη του κατσικήσιου τυριού («Ἑρμᾷ τυρευτῆρι»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τυρεύω + επίθημα -τήρ (πρβλ. βουλευτήρ)].

Greek Monotonic

τῡρευτήρ: -ῆρος, ὁ, αυτός που κατασκευάζει τυρί, λέγεται για τον Ερμή ως θεό των βοσκών και των τράγων, σε Ανθ.

Middle Liddell

τῡρευτήρ, ῆρος, ὁ,
one who makes cheese, of Hermes as god of goatherds, Anth. [from τῡρεύω]