ἀκαταχώριστος: Difference between revisions

From LSJ

Νόμων ἔχεσθαι (Νόμοις ἕπεσθαι) πάντα δεῖ τὸν σώφρονα → Legibus haerere sapiens debet firmiter → Dem Klugen ist Gesetzestreue stete Pflicht

Menander, Monostichoi, 380
(6_16)
m (LSJ1 replacement)
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=akatachoristos
|Transliteration C=akatachoristos
|Beta Code=a)kataxw/ristos
|Beta Code=a)kataxw/ristos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">undigested</b>, ὕλη <span class="bibl">Arist.<span class="title">Pr.</span>949b3</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> <b class="b2">unregistered</b>, Sammelb.5232.33.</span>
|Definition=ἀκαταχώριστον,<br><span class="bld">A</span> [[undigested]], ὕλη Arist.''Pr.''949b3.<br><span class="bld">II</span> [[unregistered]], Sammelb.5232.33.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[no dividido]], [[mal ordenado]] ὕλη Arist.<i>Pr</i>.949<sup>b</sup>3.<br /><b class="num">2</b> admin. [[no registrado]] en el registro de la propiedad inmobiliaria (πρᾶσις) <i>SB</i> 5232.33 (I d.C.), χρηματισμός <i>SB</i> 5232.36 (I d.C.).
}}
{{pape
|ptext=<i>nicht [[abgesondert]], [[unverdaut]]</i>, [[ὕλη]] Arist. <i>Probl</i>. 28.1.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀκαταχώριστος:''' физиол. неусвоенный, непереваренный ([[ὕλη]] Arst.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀκαταχώριστος''': -ον, [[ἄπεπτος]], ὕλη, Ἀριστ. Προβλ. 28. 3.
|lstext='''ἀκαταχώριστος''': -ον, [[ἄπεπτος]], ὕλη, Ἀριστ. Προβλ. 28. 3.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀκαταχώριστος]], -ον) [[καταχωρίζω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που δεν έχει καταχωριστεί, δεν έχει γραφεί στη [[θέση]] που [[πρέπει]]<br />«ακαταχώριστα ονόματα»<br /><b>2.</b> [[εκείνος]] που δεν έχει δημοσιευτεί σε κάποιο έντυπο<br />«ακαταχώριστη [[αγγελία]]»<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που δεν έχει χωνευτεί, ο [[άπεπτος]]<br />«[[ἀκαταχώριστος]] ὕλη» (<b>Αριστοτ.</b> <i>Προβλήμ</i>. 28, 3).
}}
}}

Latest revision as of 11:06, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκαταχώριστος Medium diacritics: ἀκαταχώριστος Low diacritics: ακαταχώριστος Capitals: ΑΚΑΤΑΧΩΡΙΣΤΟΣ
Transliteration A: akatachṓristos Transliteration B: akatachōristos Transliteration C: akatachoristos Beta Code: a)kataxw/ristos

English (LSJ)

ἀκαταχώριστον,
A undigested, ὕλη Arist.Pr.949b3.
II unregistered, Sammelb.5232.33.

Spanish (DGE)

-ον
1 no dividido, mal ordenado ὕλη Arist.Pr.949b3.
2 admin. no registrado en el registro de la propiedad inmobiliaria (πρᾶσις) SB 5232.33 (I d.C.), χρηματισμός SB 5232.36 (I d.C.).

German (Pape)

nicht abgesondert, unverdaut, ὕλη Arist. Probl. 28.1.

Russian (Dvoretsky)

ἀκαταχώριστος: физиол. неусвоенный, непереваренный (ὕλη Arst.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀκαταχώριστος: -ον, ἄπεπτος, ὕλη, Ἀριστ. Προβλ. 28. 3.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀκαταχώριστος, -ον) καταχωρίζω
νεοελλ.
1. αυτός που δεν έχει καταχωριστεί, δεν έχει γραφεί στη θέση που πρέπει
«ακαταχώριστα ονόματα»
2. εκείνος που δεν έχει δημοσιευτεί σε κάποιο έντυπο
«ακαταχώριστη αγγελία»
αρχ.
αυτός που δεν έχει χωνευτεί, ο άπεπτος
«ἀκαταχώριστος ὕλη» (Αριστοτ. Προβλήμ. 28, 3).