ἐρυτήρ: Difference between revisions
From LSJ
ὁμοῦ ἦν καὶ ἔχειν τὴν πόλιν καὶ τὸ γένος ὅλον μετὰ τῆς πόλεως → it was much the same thing to have the city and to have the whole race together with the city
(6_12) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(5 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=erytir | |Transliteration C=erytir | ||
|Beta Code=e)ruth/r | |Beta Code=e)ruth/r | ||
|Definition= | |Definition=ἐρυτῆρος, ὁ, [[that which draws up]], <b class="b3">ἐ. φάρυγγος</b>, of a strip of papyrus used to induce vomiting, Nic.''Al.''363. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐρῠτήρ''': ῆρος, ὁ, ὁ ἐξελκύων ἢ σῴζων ἀπό τινος, κακῶν ἐρυτῆρα Νικ. Ἀλεξιφ. 363. | |lstext='''ἐρῠτήρ''': ῆρος, ὁ, ὁ ἐξελκύων ἢ σῴζων ἀπό τινος, κακῶν ἐρυτῆρα Νικ. Ἀλεξιφ. 363. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἐρυτήρ]], -ῆρος ὁ (Α)<br />[[ερύω]]<br />[[αντικείμενο]] που τραβάει [[κάτι]] [[προς]] τα [[πάνω]] ή [[προς]] τα έξω («ἐρυτῆρα φάρυγγος» — [[λεπτό]] [[τεμάχιο]] παπύρου που τοποθετείται στον φάρυγγα για [[πρόκληση]] εμετού, <b>Νίκ.</b>). | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:14, 25 August 2023
English (LSJ)
ἐρυτῆρος, ὁ, that which draws up, ἐ. φάρυγγος, of a strip of papyrus used to induce vomiting, Nic.Al.363.
Greek (Liddell-Scott)
ἐρῠτήρ: ῆρος, ὁ, ὁ ἐξελκύων ἢ σῴζων ἀπό τινος, κακῶν ἐρυτῆρα Νικ. Ἀλεξιφ. 363.
Greek Monolingual
ἐρυτήρ, -ῆρος ὁ (Α)
ερύω
αντικείμενο που τραβάει κάτι προς τα πάνω ή προς τα έξω («ἐρυτῆρα φάρυγγος» — λεπτό τεμάχιο παπύρου που τοποθετείται στον φάρυγγα για πρόκληση εμετού, Νίκ.).