ἀλίνδησις: Difference between revisions
καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?
(4000) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(9 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=alindisis | |Transliteration C=alindisis | ||
|Beta Code=a)li/ndhsis | |Beta Code=a)li/ndhsis | ||
|Definition=εως, ἡ, | |Definition=-εως, ἡ, [[rolling in dust]], exercise in which wrestlers rolled on the ground, Hp. ''Vict.''2.64, 3.68, Ruf. ap. Orib.inc.2.11. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-εως, ἡ<br />[[ejercicio de revolcarse]] que hacían los luchadores, Hp.<i>Vict</i>.2.64, 3.68, Ruf. en Orib.<i>Inc</i>.18.12. | |||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0097.png Seite 97]] ἡ, das Wälzen, Hippocr. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀλίνδησις''': -εως, ἡ, ἡ ἐν κόνει [[κυλίνδησις]], ἄσκησις, καθ’ ἣν οἱ παλαίοντες ἐκυλίοντο ἐπὶ τοῦ ἐδάφους, Ἱππ. 364.13, 368. 26. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀλίνδησις]] (-εως), η (Α) [[ἀλινδῶ]]<br />[[κύλισμα]] στη [[σκόνη]] (η λ. δηλώνει συγκεκριμένα [[είδος]] πάλης, [[κατά]] την οποία οι παλαιστές κυλιούνταν στο [[έδαφος]]). | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:14, 25 August 2023
English (LSJ)
-εως, ἡ, rolling in dust, exercise in which wrestlers rolled on the ground, Hp. Vict.2.64, 3.68, Ruf. ap. Orib.inc.2.11.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
ejercicio de revolcarse que hacían los luchadores, Hp.Vict.2.64, 3.68, Ruf. en Orib.Inc.18.12.
German (Pape)
[Seite 97] ἡ, das Wälzen, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
ἀλίνδησις: -εως, ἡ, ἡ ἐν κόνει κυλίνδησις, ἄσκησις, καθ’ ἣν οἱ παλαίοντες ἐκυλίοντο ἐπὶ τοῦ ἐδάφους, Ἱππ. 364.13, 368. 26.
Greek Monolingual
ἀλίνδησις (-εως), η (Α) ἀλινδῶ
κύλισμα στη σκόνη (η λ. δηλώνει συγκεκριμένα είδος πάλης, κατά την οποία οι παλαιστές κυλιούνταν στο έδαφος).