ἐκτροχάζω: Difference between revisions

From LSJ

τὴν πρὶν ἐνεσφρήγισσεν Ἔρως θρασὺς εἰκόνα μορφῆς ἡμετέρης θερμῷ βένθεϊ σῆς κραδίης → the image of my beauty that bold Love earlier stamped in the hot depths of your heart

Source
(big3_14b)
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ektrochazo
|Transliteration C=ektrochazo
|Beta Code=e)ktroxa/zw
|Beta Code=e)ktroxa/zw
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">rush out</b>, <span class="bibl">Apollod.2.7.3</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> <b class="b2">treat summarily</b>, Dsc. <span class="title">Ther.</span>2.</span>
|Definition=<span class="bld">A</span> [[rush out]], Apollod.2.7.3.<br><span class="bld">II</span> [[treat summarily]], Dsc. ''Ther.''2.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[arrollar]] ἐκτροχάσαντες ... καὶ τύπτοντες αὐτὸν ... ἀπέκτειναν Apollod.2.7.3.<br /><b class="num">2</b> fig., en el discurso [[desarrollar]] un tema μετὰ τοῦτο καὶ τὴν κοινὴν (θεραπείαν) ἐκτροχάσομεν Dsc.<i>Ther</i>.2.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 16: Line 19:
|lstext='''ἐκτροχάζω''': [[ἐκτρέχω]], ἐκτροχάσαντες δὲ οἱ Ἱπποκοωντίδαι καὶ τύπτοντες αὐτὸν τοῖς σκυτάλοις ἀπέκτειναν Ἀπολλόδ. 2.7, 3· [[διέρχομαι]] [[ἐπιτροχάδην]], Διοσκ. Θηρ. 2.
|lstext='''ἐκτροχάζω''': [[ἐκτρέχω]], ἐκτροχάσαντες δὲ οἱ Ἱπποκοωντίδαι καὶ τύπτοντες αὐτὸν τοῖς σκυτάλοις ἀπέκτειναν Ἀπολλόδ. 2.7, 3· [[διέρχομαι]] [[ἐπιτροχάδην]], Διοσκ. Θηρ. 2.
}}
}}
{{DGE
{{grml
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[arrollar]] ἐκτροχάσαντες ... καὶ τύπτοντες αὐτὸν ... ἀπέκτειναν Apollod.2.7.3.<br /><b class="num">2</b> fig., en el discurso [[desarrollar]] un tema μετὰ τοῦτο καὶ τὴν κοινὴν (θεραπείαν) ἐκτροχάσομεν Dsc.<i>Ther</i>.2.
|mltxt=[[ἐκτροχάζω]] (Α)<br /><b>1.</b> [[βγαίνω]] έξω τρέχοντας, [[εκτρέχω]]<br /><b>2.</b> [[πραγματεύομαι]] με [[συντομία]], [[διέρχομαι]] [[επιτροχάδην]].
}}
}}

Latest revision as of 11:16, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐκτροχάζω Medium diacritics: ἐκτροχάζω Low diacritics: εκτροχάζω Capitals: ΕΚΤΡΟΧΑΖΩ
Transliteration A: ektrocházō Transliteration B: ektrochazō Transliteration C: ektrochazo Beta Code: e)ktroxa/zw

English (LSJ)

A rush out, Apollod.2.7.3.
II treat summarily, Dsc. Ther.2.

Spanish (DGE)

1 arrollar ἐκτροχάσαντες ... καὶ τύπτοντες αὐτὸν ... ἀπέκτειναν Apollod.2.7.3.
2 fig., en el discurso desarrollar un tema μετὰ τοῦτο καὶ τὴν κοινὴν (θεραπείαν) ἐκτροχάσομεν Dsc.Ther.2.

German (Pape)

[Seite 783] = ἐκτρέχω, Apolld. 2, 7, 3; durchgehen, erzählen, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

ἐκτροχάζω: ἐκτρέχω, ἐκτροχάσαντες δὲ οἱ Ἱπποκοωντίδαι καὶ τύπτοντες αὐτὸν τοῖς σκυτάλοις ἀπέκτειναν Ἀπολλόδ. 2.7, 3· διέρχομαι ἐπιτροχάδην, Διοσκ. Θηρ. 2.

Greek Monolingual

ἐκτροχάζω (Α)
1. βγαίνω έξω τρέχοντας, εκτρέχω
2. πραγματεύομαι με συντομία, διέρχομαι επιτροχάδην.