ἐχθεσινός: Difference between revisions

From LSJ

εὖ γ᾽ εὖ γε ποιήσαντες ὦ Διοσκόρω → well done, well done, you twin Dioscuri!

Source
(CSV import)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(16 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=echthesinos
|Transliteration C=echthesinos
|Beta Code=e)xqesino/s
|Beta Code=e)xqesino/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[χθεσινός]], <b class="b2">yesterday's</b>, διαγωγή <span class="title">AP</span>10.79 (Pall.), cf. Dosith.<span class="bibl">p.397</span> K.</span>
|Definition=ἐχθεσινή, ἐχθεσινόν, = [[χθεσινός]], [[yesterday's]], διαγωγή ''AP''10.79 (Pall.), cf. Dosith.p.397 K.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1124.png Seite 1124]] = [[χθεσινός]], gestrig, Pallad. 128 (X, 79).
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />[[d'hier]], [[de la veille]].<br />'''Étymologie:''' [[ἐχθές]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐχθεσῐνός:''' [[вчерашний]] ([[διαγωγή]] Anth.).
}}
{{ls
|lstext='''ἐχθεσῐνός''': ή, όν,= [[χθεσινός]], Ἀνθ. Π. 10. 79.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -ό και [[χθεσινός]], -ή, -ό (Α [[ἐχθεσινός]], -ή, -όν και [[χθεσινός]], -ή, -όν) [[εχθές]]<br />αυτός που αναφέρεται στην προηγούμενη από τη σημερινή [[ημέρα]], στο [[παρελθόν]] («ἀλλοτριωθέντες τῆς ἐχθεσινῆς διαγωγῆς», <b>Ανθ. Παλ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐχθεσῐνός:''' -ή, -όν, = [[χθεσινός]], [[χθεσινός]], σε Ανθ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=ἐχθεσῐνός, ή, όν = [[χθεσινός]]<br />[[yesterday]]'s, Anth.
}}
}}

Latest revision as of 11:26, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐχθεσῐνός Medium diacritics: ἐχθεσινός Low diacritics: εχθεσινός Capitals: ΕΧΘΕΣΙΝΟΣ
Transliteration A: echthesinós Transliteration B: echthesinos Transliteration C: echthesinos Beta Code: e)xqesino/s

English (LSJ)

ἐχθεσινή, ἐχθεσινόν, = χθεσινός, yesterday's, διαγωγή AP10.79 (Pall.), cf. Dosith.p.397 K.

German (Pape)

[Seite 1124] = χθεσινός, gestrig, Pallad. 128 (X, 79).

French (Bailly abrégé)

ή, όν :
d'hier, de la veille.
Étymologie: ἐχθές.

Russian (Dvoretsky)

ἐχθεσῐνός: вчерашний (διαγωγή Anth.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐχθεσῐνός: ή, όν,= χθεσινός, Ἀνθ. Π. 10. 79.

Greek Monolingual

-ή, -ό και χθεσινός, -ή, -ό (Α ἐχθεσινός, -ή, -όν και χθεσινός, -ή, -όν) εχθές
αυτός που αναφέρεται στην προηγούμενη από τη σημερινή ημέρα, στο παρελθόν («ἀλλοτριωθέντες τῆς ἐχθεσινῆς διαγωγῆς», Ανθ. Παλ.).

Greek Monotonic

ἐχθεσῐνός: -ή, -όν, = χθεσινός, χθεσινός, σε Ανθ.

Middle Liddell

ἐχθεσῐνός, ή, όν = χθεσινός
yesterday's, Anth.