ἀρτιοδύναμος: Difference between revisions

From LSJ

κοιλία καὶ πολλὰ χωρεῖ κὠλίγα → Ut multa venter accipit, sic paucula → Der Bauch fasst wenig, aber ebenso auch viel

Menander, Monostichoi, 226
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (LSJ1 replacement)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=artiodynamos
|Transliteration C=artiodynamos
|Beta Code=a)rtiodu/namos
|Beta Code=a)rtiodu/namos
|Definition=[<b class="b3">ῠ], ον,</b> [[of even power]], of numbers the halves of which are [[even]], <span class="bibl">Nicom.<span class="title">Ar.</span>1.8</span>.
|Definition=[ῠ], ον, [[of even power]], of numbers the halves of which are [[even]], Nicom.''Ar.''1.8.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[de producto par]] de números cuyas mitades son pares, Nicom.<i>Ar</i>.1.8.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 14: Line 17:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀρτιοδύνᾰμος''': -ον, ὁ ἄρτίαν ἔχων δύναμιν, ἐπὶ τῶν ἀριθμῶν, ὧν τὰ ἡμίση [[εἶναι]] ἄρτια, π.χ. ὁ ἀριθμ. 64 [[εἶναι]] [[ἀρτιοδύναμος]], [[διότι]] τὸ ἥμισυ [[αὐτοῦ]] [[εἶναι]] 32, καὶ τούτου τὸ ἥμισυ 16, καὶ τούτου 8 [[μέχρι]] τῆς μονάδος, ἥτις «φύσει ἄτομος οὖσα [[οὐκέτι]] ἐπιδέχεται τὸ ἥμισυ», Νικομ. Ἀριθμ. 1. 8.
|lstext='''ἀρτιοδύνᾰμος''': -ον, ὁ ἄρτίαν ἔχων δύναμιν, ἐπὶ τῶν ἀριθμῶν, ὧν τὰ ἡμίση [[εἶναι]] ἄρτια, π.χ. ὁ ἀριθμ. 64 [[εἶναι]] [[ἀρτιοδύναμος]], [[διότι]] τὸ ἥμισυ αὐτοῦ [[εἶναι]] 32, καὶ τούτου τὸ ἥμισυ 16, καὶ τούτου 8 [[μέχρι]] τῆς μονάδος, ἥτις «φύσει ἄτομος οὖσα [[οὐκέτι]] ἐπιδέχεται τὸ ἥμισυ», Νικομ. Ἀριθμ. 1. 8.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[de producto par]] de números cuyas mitades son pares, Nicom.<i>Ar</i>.1.8.
}}
}}

Latest revision as of 11:32, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀρτῐοδύνᾰμος Medium diacritics: ἀρτιοδύναμος Low diacritics: αρτιοδύναμος Capitals: ΑΡΤΙΟΔΥΝΑΜΟΣ
Transliteration A: artiodýnamos Transliteration B: artiodynamos Transliteration C: artiodynamos Beta Code: a)rtiodu/namos

English (LSJ)

[ῠ], ον, of even power, of numbers the halves of which are even, Nicom.Ar.1.8.

Spanish (DGE)

-ον
de producto par de números cuyas mitades son pares, Nicom.Ar.1.8.

German (Pape)

[Seite 362] Nicom. ar. 1, 8, dem Werthe nach gerade, dem ἀρτιώνυμος entggstzt.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρτιοδύνᾰμος: -ον, ὁ ἄρτίαν ἔχων δύναμιν, ἐπὶ τῶν ἀριθμῶν, ὧν τὰ ἡμίση εἶναι ἄρτια, π.χ. ὁ ἀριθμ. 64 εἶναι ἀρτιοδύναμος, διότι τὸ ἥμισυ αὐτοῦ εἶναι 32, καὶ τούτου τὸ ἥμισυ 16, καὶ τούτου 8 μέχρι τῆς μονάδος, ἥτις «φύσει ἄτομος οὖσα οὐκέτι ἐπιδέχεται τὸ ἥμισυ», Νικομ. Ἀριθμ. 1. 8.