ἰδιότοπος: Difference between revisions

From LSJ

ἐξ ὀνύχων λέοντα τεκμαίρεσθαι → judge by the claws, judge by a slight but characteristic mark, small traits give the clue to the character of a person, deduce something from a small indication, identify a lion from its claws

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (LSJ1 replacement)
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=idiotopos
|Transliteration C=idiotopos
|Beta Code=i)dio/topos
|Beta Code=i)dio/topos
|Definition=ον, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[of their own district]], [[βασιλεῖς]] cj. in <span class="title">Peripl.M.Rubr.</span>47.</span>
|Definition=ἰδιότοπον, [[of their own district]], [[βασιλεῖς]] cj. in ''Peripl.M.Rubr.''47.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἰδιότοπος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει δικό του [[τόπο]] («ἰδιότοποι βασιλεῑς» — οι βασιλείς που βασιλεύουν σε ξεχωριστή ο [[καθένας]] [[χώρα]]).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ιδιο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>τοπος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τόπος]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ά</i>-<i>τοπος</i>].
|mltxt=[[ἰδιότοπος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει δικό του [[τόπο]] («ἰδιότοποι βασιλεῖς» — οι βασιλείς που βασιλεύουν σε ξεχωριστή ο [[καθένας]] [[χώρα]]).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ιδιο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>τοπος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τόπος]]), [[πρβλ]]. [[άτοπος]]].
}}
}}

Latest revision as of 11:43, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰδῐότοπος Medium diacritics: ἰδιότοπος Low diacritics: ιδιότοπος Capitals: ΙΔΙΟΤΟΠΟΣ
Transliteration A: idiótopos Transliteration B: idiotopos Transliteration C: idiotopos Beta Code: i)dio/topos

English (LSJ)

ἰδιότοπον, of their own district, βασιλεῖς cj. in Peripl.M.Rubr.47.

Greek Monolingual

ἰδιότοπος, -ον (Α)
αυτός που έχει δικό του τόπο («ἰδιότοποι βασιλεῖς» — οι βασιλείς που βασιλεύουν σε ξεχωριστή ο καθένας χώρα).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιδιο- + -τοπος (< τόπος), πρβλ. άτοπος].