ἀνομάλωσις: Difference between revisions

From LSJ

Ὡς τῶν ἐχόντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Opulento amicos, quos volunt, omnes habent → Wie sehr sind doch den Reichen alle Menschen Freund

Menander, Monostichoi, 558
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=anomalosis
|Transliteration C=anomalosis
|Beta Code=a)noma/lwsis
|Beta Code=a)noma/lwsis
|Definition=εως, ἡ, [[restoration of equality]], [[equalization]], ib.<span class="bibl">1274b9</span>.
|Definition=-εως, ἡ, [[restoration of equality]], [[equalization]], ib.1274b9.
}}
}}
{{DGE
{{DGE

Latest revision as of 11:55, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνομάλωσις Medium diacritics: ἀνομάλωσις Low diacritics: ανομάλωσις Capitals: ΑΝΟΜΑΛΩΣΙΣ
Transliteration A: anomálōsis Transliteration B: anomalōsis Transliteration C: anomalosis Beta Code: a)noma/lwsis

English (LSJ)

-εως, ἡ, restoration of equality, equalization, ib.1274b9.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
igualación τῶν οὐσιῶν Arist.Pol.1274b9 (ἀνωμάλωσις cód.).

German (Pape)

ἡ, gleichmäßige Verteilung, οὐσιῶν Arist. Pol. 2.12, frühere Lesart ἀνωμάλωσις.

Russian (Dvoretsky)

ἀνομάλωσις: εως ἡ уравнение, равномерное распределение (τῶν οὐσιῶν Arst.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀνομάλωσις: -εως, ἡ, ἴση διανομὴ πράγματός τινος, ἡ τῶν οὐσιῶν ἀνομάλωσις, ἡ ἴση διανομὴ τῶν περιουσιῶν, Ἀριστ. Πολιτικ. 2. 12, 12. - Ἡ ἔννοια δεικνύει ὅτι ἡ λέξις εἶναι σύνθετος ἐκ τῆς ἀνὰ προθ. καὶ τοῦ ῥήματος ὁμαλόω καὶ ὅτι δὲν παράγεται ἐκ τοῦ ἐπιθέτου ἀνώμαλος καὶ διὰ τοῦτο δὲν πρέπει νὰ γράφηται διὰ τοῦ ω.

Greek Monolingual

ἀνομάλωσις, η (Α) [ανομαλώ (-όω)
ίση διανομή («ἡ τῶν οὐσιῶν ἀνομάλωσις» — η ίση διανομή των περιουσιών
Αριστοτέλης).