ταινιόπωλις: Difference between revisions
From LSJ
Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=tainiopolis | |Transliteration C=tainiopolis | ||
|Beta Code=tainio/pwlis | |Beta Code=tainio/pwlis | ||
|Definition=ιδος, ἡ, [[dealer in]] [[ταινίαι]], | |Definition=ιδος, ἡ, [[dealer in]] [[ταινίαι]], Eup.243, D.57.34. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ταινιόπωλις:''' ιδος ἡ продавщица лент Dem. | |elrutext='''ταινιόπωλις:''' ιδος ἡ [[продавщица лент]] Dem. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Latest revision as of 12:11, 25 August 2023
English (LSJ)
ιδος, ἡ, dealer in ταινίαι, Eup.243, D.57.34.
German (Pape)
[Seite 1063] ιδος, ἡ, Bandhändlerinn; Eupolis bei Ath. VII, 326 a; Dem. 57, 34.
French (Bailly abrégé)
ιδος (ἡ) :
marchande de rubans.
Étymologie: ταινία, πωλέω.
Russian (Dvoretsky)
ταινιόπωλις: ιδος ἡ продавщица лент Dem.
Greek (Liddell-Scott)
ταινιόπωλις: ἡ, ἡ πωλοῦσα ταινίας, ζώνας καὶ τὰ ὅμοια, Εὔπολις ἐν «Προσπαλτίοις» 1, Δημ. 1309. 2. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 533.
Greek Monolingual
-ώλιδος, ἡ, Α
αυτή που πουλά ταινίες, δηλαδή ζώνες, επιδέσμους κ.λπ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταινία + -πωλις, θηλ. του -πώλης].
Greek Monotonic
ταινιόπωλις: ἡ, πωλητής, έμπορος ταινιῶν, σε Δημ.
Middle Liddell
ταινιό-πωλις, ιος, ἡ,
a dealer in ταινίαι, Dem.