ὁμοιογένεια: Difference between revisions

From LSJ

Πολλοὺς ὁ καιρὸς οὐκ ὄντας ποιεῖ φίλους → Occasione amicus fit, qui non fuit → Die rechte Zeit macht manchen, der's nicht ist, zum Freund

Menander, Monostichoi, 446
(28)
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=omoiogeneia
|Transliteration C=omoiogeneia
|Beta Code=o(moioge/neia
|Beta Code=o(moioge/neia
|Definition=ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">likeness of race</b> or <b class="b2">kind</b>, <span class="bibl">D.H.3.15</span>.</span>
|Definition=ἡ, [[likeness of race]] or [[kind]], D.H.3.15.
}}
}}
{{pape
{{pape

Latest revision as of 12:22, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὁμοιογένεια Medium diacritics: ὁμοιογένεια Low diacritics: ομοιογένεια Capitals: ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑ
Transliteration A: homoiogéneia Transliteration B: homoiogeneia Transliteration C: omoiogeneia Beta Code: o(moioge/neia

English (LSJ)

ἡ, likeness of race or kind, D.H.3.15.

German (Pape)

[Seite 334] ἡ, Gleichheit des Geschlechtes, der Gattung, D. Hal. 3, 15 u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ὁμοιογένεια: ἡ, ὁμοιότης γένους ἢ εἴδους, Διον. Ἁλ. 3. 15.

Greek Monolingual

η (Α ὁμοιογένεια) ομοιογενής
ομοιότητα γένους ή είδους
νεοελλ.
1. ζωολ. μονάδα συστηματικής κατάταξης που παλαιότερα χρησιμοποιούνταν αντί του όρου οικογένεια ενώ σήμερα τοποθετείται μεταξύ της υποοικογένειας και του γένους
2. μτφ. ομοιότητα απόψεων ή σκοπών.