πολυκλινής: Difference between revisions
From LSJ
αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων → always strive for excellence and prevail over others (Iliad 6.208, 11.784)
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=polyklinis | |Transliteration C=polyklinis | ||
|Beta Code=poluklinh/s | |Beta Code=poluklinh/s | ||
|Definition= | |Definition=πολυκλινές, [[lying with many]], Man.3.332. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 12:26, 25 August 2023
English (LSJ)
πολυκλινές, lying with many, Man.3.332.
German (Pape)
[Seite 664] ές, mit Vielen zusammenliegend, Maneth. 3, 332.
Greek (Liddell-Scott)
πολυκλῐνής: Ἐπικ. πουλ-, ές, ὁ μετὰ πολλῶν κατακλινόμενος, Μανέθων 3. 332.
Greek Monolingual
(I)
-ές, Α
αυτός που πλαγιάζει μαζί με πολλούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + -κλινής (< κλίνη)].
(II)
-ές, Α
αυτός που έχει κλίση, τάση για πολλά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + -κλινής (< κλίνω), πρβλ. ισοκλινής].