ἄνηστις: Difference between revisions
σοφόν γάρ ἕν βούλευμα τάς πολλάς χεῖρας νικᾶ, σὺν ὄχλῳ δ' ἀμαθία μεῖζον κακό → better than many hands is one wise thought, a multitude of fools makes folly worse
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}})" to "$1$3 $2") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=anistis | |Transliteration C=anistis | ||
|Beta Code=a)/nhstis | |Beta Code=a)/nhstis | ||
|Definition=ὁ, ἡ, = [[νῆστις]], | |Definition=ὁ, ἡ, = [[νῆστις]], A.''Fr.''258A, Cratin.45. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Latest revision as of 12:28, 25 August 2023
English (LSJ)
ὁ, ἡ, = νῆστις, A.Fr.258A, Cratin.45.
Spanish (DGE)
-εως
que está en ayunas Cratin.45 (cj.)
•fig. ἄνηστις δ' οὐκ ἀποστατεῖ γόος un hambriento lamento no le deja A.Fr.433.
German (Pape)
[Seite 230] εως, = νῆστις, nüchtern, Cratin. in B. A. 402.
Greek (Liddell-Scott)
ἄνηστις: ὁ, ἡ, = νῆστις, «ὅτι τὸ ἄνηστις ὁ νῆστις πλεονασμῷ τοῦ α, ὡς στάχυς ἄσταχυς παρὰ Κρατίνῳ κεῖται, ‘οὐ γάρ τοι σύγε πρῶτος (ἄκλητος) φοιτᾷς ἐπὶ δεῖπνον ἄνηστις’» Ἀθήν. 2. 47Α (Κρατῖνος ἐν «Διονυσαλεξάνδρῳ»): πρβλ. νώνυμος ἀνώνυμος, νήνεμος ἀνήνεμος, νήριθμος ἀνήριθμος· ἴδε Α. Β. 402. 32 καὶ Σουΐδ. ὅστις ἀναφέρει καὶ τὴν ἀντίθετον σημασίαν: «ὁ μὴ γεγευμένος», ἀλλ’ ἀμάρτυρον.