λέπτω: Difference between revisions

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=lepto
|Transliteration C=lepto
|Beta Code=le/ptw
|Beta Code=le/ptw
|Definition=v. [[λέπω]] <span class="bibl">11.2</span>.
|Definition=v. [[λέπω]] II.2.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[λέπτω]] (Α)<br />[[τρώγω]], [[κατατρώγω]] («[[λέπτει]]<br />κατεσθίει», <b>Φώτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λέπω]], μεταπλασμένο [[κατά]] τους πολλούς ενεστωτ. σχηματισμούς σε -<i>πτω</i> ή με [[επίδραση]] του [[λεπτός]].
|mltxt=[[λέπτω]] (Α)<br />[[τρώγω]], [[κατατρώγω]] («[[λέπτει]]<br />κατεσθίει», <b>Φώτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λέπω]], μεταπλασμένο [[κατά]] τους πολλούς ενεστωτ. σχηματισμούς σε -<i>πτω</i> ή με [[επίδραση]] του [[λεπτός]].
}}
}}

Latest revision as of 12:38, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λέπτω Medium diacritics: λέπτω Low diacritics: λέπτω Capitals: ΛΕΠΤΩ
Transliteration A: léptō Transliteration B: leptō Transliteration C: lepto Beta Code: le/ptw

English (LSJ)

v. λέπω II.2.

Greek Monolingual

λέπτω (Α)
τρώγω, κατατρώγωλέπτει
κατεσθίει», Φώτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < λέπω, μεταπλασμένο κατά τους πολλούς ενεστωτ. σχηματισμούς σε -πτω ή με επίδραση του λεπτός.