γιγγλυμοειδής: Difference between revisions

From LSJ
m (LSJ1 replacement)
mNo edit summary
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=gigglymoeidis
|Transliteration C=gigglymoeidis
|Beta Code=gigglumoeidh/s
|Beta Code=gigglumoeidh/s
|Definition=γιγγλυμοειδές, [[like a hinge]], τοῦ βραχίονος τὸ γ. Hp.''Fract.''2, Gal.2.735. Adv. [[γιγγλυμοειδῶς]] Gal.18(1).513.
|Definition=γιγγλυμοειδές, [[like a hinge]], τοῦ βραχίονος τὸ γ. Hp.''Fract.''2, Gal.2.735. Adv. [[γιγγλυμοειδῶς]] = [[as a hinge]] Gal.18(1).513.
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ές<br />medic.<br /><b class="num">1</b> [[semejante a un gozne]] τοῦ ... βραχίονος τὸ γιγγλυμοειδές la articulación del codo</i> Hp.<i>Fract</i>.2, cf. Gal.2.735.<br /><b class="num">2</b> adv. -ῶς [[a la manera de goznes]] γ. ... τοὺς σφονδύλους συγκεῖσθαι las vértebras están dispuestas como goznes</i> Gal.18(1).513, τὸ γ. ἀλλήλοις συμβάλλειν Gal.2.735.
|dgtxt=-ές<br />medic.<br /><b class="num">1</b> [[semejante a un gozne]] τοῦ ... βραχίονος τὸ γιγγλυμοειδές la articulación del codo</i> Hp.<i>Fract</i>.2, cf. Gal.2.735.<br /><b class="num">2</b> adv. [[γιγγλυμοειδῶς]] = [[a la manera de goznes]] γ. ... τοὺς σφονδύλους συγκεῖσθαι las vértebras están dispuestas como goznes</i> Gal.18(1).513, τὸ γ. ἀλλήλοις συμβάλλειν Gal.2.735.
}}
}}
{{ls
{{ls

Latest revision as of 11:59, 3 February 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γιγγλῠμοειδής Medium diacritics: γιγγλυμοειδής Low diacritics: γιγγλυμοειδής Capitals: ΓΙΓΓΛΥΜΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: ginglymoeidḗs Transliteration B: ginglymoeidēs Transliteration C: gigglymoeidis Beta Code: gigglumoeidh/s

English (LSJ)

γιγγλυμοειδές, like a hinge, τοῦ βραχίονος τὸ γ. Hp.Fract.2, Gal.2.735. Adv. γιγγλυμοειδῶς = as a hinge Gal.18(1).513.

Spanish (DGE)

-ές
medic.
1 semejante a un gozne τοῦ ... βραχίονος τὸ γιγγλυμοειδές la articulación del codo Hp.Fract.2, cf. Gal.2.735.
2 adv. γιγγλυμοειδῶς = a la manera de goznes γ. ... τοὺς σφονδύλους συγκεῖσθαι las vértebras están dispuestas como goznes Gal.18(1).513, τὸ γ. ἀλλήλοις συμβάλλειν Gal.2.735.

Greek (Liddell-Scott)

γιγγλῠμοειδής: -ές, ὅμοιος πρὸς γίγγλυμον, Ἱππ. Ἀγμ. 751. - Ἐπίρρ. -δῶς Γαλην.

Greek Monolingual

γιγγλυμοειδής, -ές (Α)
όμοιος με γίγγλυμο.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

γιγγλυμοειδής -ές γίγγλυμος, εἶδος op een scharnier lijkend. Hp. Fract. 2.

German (Pape)

ές, nach Art des γίγγλυμος, Hippocr.