πνιγῖτις: Difference between revisions
From LSJ
ἠ πρὸς Τιμόθεον α' ἐπιστολή· Τιμοθέῳ ἑταίρῳ Παῦλος διελέξατο ταῦτα → First epistle to Timothy: Paul discussed these things with his colleague Timothy
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2") |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=pnigitis | |Transliteration C=pnigitis | ||
|Beta Code=pnigi=tis | |Beta Code=pnigi=tis | ||
|Definition=(sc. | |Definition=(''[[sc.]]'' [[γῆ]]), ιδος, ἡ, a sort of [[clay]], Dsc.5.157, Plin. ''HN''35.194. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ίτιδος, ἡ, Α<br /><b>φρ.</b> | |mltxt=-ίτιδος, ἡ, Α<br /><b>φρ.</b> «πνιγῖτις γῆ» — [[είδος]] μελανόχρωμου χώματος, ὁμοιου ως [[προς]] την [[ποιότητα]] με τον αμπελίτη, που ονομάστηκε [[έτσι]] [[γιατί]] βρίσκεται σε στενούς τόπους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>πνίγ</i>- του [[πνίγω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ῖτις</i> ([[πρβλ]]. [[στεγίτις]])]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:50, 6 February 2024
English (LSJ)
(sc. γῆ), ιδος, ἡ, a sort of clay, Dsc.5.157, Plin. HN35.194.
German (Pape)
[Seite 641] ἡ, γῆ, eine Thonart; Diosc.; Plin. H. N. 34, 16.
Greek (Liddell-Scott)
πνῑγῖτις: (δηλ. γῆ) ἡ, εἶδος πηλοῦ, Διοσκ. 5. 177, Πλίν. 35. 56.
Greek Monolingual
-ίτιδος, ἡ, Α
φρ. «πνιγῖτις γῆ» — είδος μελανόχρωμου χώματος, ὁμοιου ως προς την ποιότητα με τον αμπελίτη, που ονομάστηκε έτσι γιατί βρίσκεται σε στενούς τόπους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. πνίγ- του πνίγω + επίθημα -ῖτις (πρβλ. στεγίτις)].