αφιλοξενία: Difference between revisions

From LSJ

Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε θηρίον θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god

Aristotle, Politics, 1253a25
(7)
 
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (AM ἀφιλοξενία) [[αφιλόξενος]]<br />[[έλλειψη]] φιλοξενίας, [[απροθυμία]] για [[φιλοξενία]].
|mltxt=η (AM ἀφιλοξενία) [[αφιλόξενος]]<br />[[έλλειψη]] φιλοξενίας, [[απροθυμία]] για [[φιλοξενία]].
}}
{{trml
|trtx====[[inhospitality]]===
German: [[Ungastlichkeit]], [[Unwirtlichkeit]]; Greek: [[αξενία]], [[αφιλοξενία]]; Ancient Greek: [[ἀμειξία]], [[ἀμειξίη]], [[ἀμιξία]], [[ἀμιξίη]], [[ἀξενία]], [[κακοξενία]], [[τὸ ἄμικτον]]; Irish: doicheall, ainfhéile; Italian: [[inospitalità]]; Manx: neuoastys, neufeoiltys, neughiastyllys, neughoaldeeaght, pitteogys; Old English: uncumlīþnes, unġiestlīþnes; Spanish: [[inhospitalidad]]
}}
}}

Revision as of 17:09, 3 March 2024

Greek Monolingual

η (AM ἀφιλοξενία) αφιλόξενος
έλλειψη φιλοξενίας, απροθυμία για φιλοξενία.

Translations

inhospitality

German: Ungastlichkeit, Unwirtlichkeit; Greek: αξενία, αφιλοξενία; Ancient Greek: ἀμειξία, ἀμειξίη, ἀμιξία, ἀμιξίη, ἀξενία, κακοξενία, τὸ ἄμικτον; Irish: doicheall, ainfhéile; Italian: inospitalità; Manx: neuoastys, neufeoiltys, neughiastyllys, neughoaldeeaght, pitteogys; Old English: uncumlīþnes, unġiestlīþnes; Spanish: inhospitalidad