ἀνήφαιστος: Difference between revisions

From LSJ

τίς δ' οἶδεν εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν, τὸ κατθανεῖν δὲ ζῆν κάτω νομίζεται → who knows if life is death, and if in the underworld death is considered life

Source
(2)
 
m (Text replacement - "E., ''Or.''" to "E.''Or.''")
 
(19 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=anifaistos
|Transliteration C=anifaistos
|Beta Code=a)nh/faistos
|Beta Code=a)nh/faistos
|Definition=ον<b class="b3">, ἀ. πῦρ</b> fire <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">that is no fire</b>, i.e. discord, <span class="bibl">E.<span class="title">Or.</span>621</span>.</span>
|Definition=ἀνήφαιστον<b class="b3">, ἀ. πῦρ</b> fire [[that is no fire]], i.e. discord, [[Euripides|E.]]''[[Orestes|Or.]]''621.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[que no es fuego]] ἀ. πῦρ fig. de la discordia, E.<i>Or</i>.621.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0230.png Seite 230]] ohne Hephästus, d. h. ohne Feuer, πῦρ, Flamme des Unheils, Eur. Or. 613.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br /><i>litt.</i> sans Héphaistos : (feu) auquel Héphaistos est étranger, dont les flammes ne sont pas matérielles.<br />'''Étymologie:''' [[ἀ]], [[Ἥφαιστος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνήφαιστος:''' не гефестов, т. е. невещественный, неземной (о гневе подземных богов) ([[πῦρ]] Eur.).
}}
{{ls
|lstext='''ἀνήφαιστος''': -ον, ἀν. πῦρ, οὐχὶ πραγματικὸν πῦρ, ἀλλὰ τὸ πῦρ τῆς ἔριδος, «οὐ τοῦτο λέγει τὸ πῦρ τὸ τὰ ξύλα καὶ τὴν ὕλην ἀναλίσκον, ἀλλ’ ἕτερον μέν τι, ὁμοίως δὲ τούτῳ ἀναλωτικὸν καὶ διαφθαρτικόν» (Σχόλ.), Εὐρ. Ὀρ. 621, [[ἔνθα]] ἴδε Πόρσ.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀνήφαιστος]], -ον(Α)<br /><b>φρ.</b> «ἀνήφαιστον πῡρ» — η [[φωτιά]] της διαμάχης (που δεν [[είναι]] η πραγματική [[φωτιά]] του Ηφαίστου).
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀνήφαιστος:''' -ον, αυτός που δεν έχει πραγματική [[φωτιά]], [[πῦρ]] ἀνήφαιστον, δηλ. η [[φωτιά]] της διχόνοιας, σε Ευρ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=without [[real]] [[fire]], πῦρ ἀνήφαιστον, i. e. the [[fire]] of [[discord]], Eur.
}}
}}

Latest revision as of 20:45, 22 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνήφαιστος Medium diacritics: ἀνήφαιστος Low diacritics: ανήφαιστος Capitals: ΑΝΗΦΑΙΣΤΟΣ
Transliteration A: anḗphaistos Transliteration B: anēphaistos Transliteration C: anifaistos Beta Code: a)nh/faistos

English (LSJ)

ἀνήφαιστον, ἀ. πῦρ fire that is no fire, i.e. discord, E.Or.621.

Spanish (DGE)

-ον
que no es fuego ἀ. πῦρ fig. de la discordia, E.Or.621.

German (Pape)

[Seite 230] ohne Hephästus, d. h. ohne Feuer, πῦρ, Flamme des Unheils, Eur. Or. 613.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
litt. sans Héphaistos : (feu) auquel Héphaistos est étranger, dont les flammes ne sont pas matérielles.
Étymologie: , Ἥφαιστος.

Russian (Dvoretsky)

ἀνήφαιστος: не гефестов, т. е. невещественный, неземной (о гневе подземных богов) (πῦρ Eur.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀνήφαιστος: -ον, ἀν. πῦρ, οὐχὶ πραγματικὸν πῦρ, ἀλλὰ τὸ πῦρ τῆς ἔριδος, «οὐ τοῦτο λέγει τὸ πῦρ τὸ τὰ ξύλα καὶ τὴν ὕλην ἀναλίσκον, ἀλλ’ ἕτερον μέν τι, ὁμοίως δὲ τούτῳ ἀναλωτικὸν καὶ διαφθαρτικόν» (Σχόλ.), Εὐρ. Ὀρ. 621, ἔνθα ἴδε Πόρσ.

Greek Monolingual

ἀνήφαιστος, -ον(Α)
φρ. «ἀνήφαιστον πῡρ» — η φωτιά της διαμάχης (που δεν είναι η πραγματική φωτιά του Ηφαίστου).

Greek Monotonic

ἀνήφαιστος: -ον, αυτός που δεν έχει πραγματική φωτιά, πῦρ ἀνήφαιστον, δηλ. η φωτιά της διχόνοιας, σε Ευρ.

Middle Liddell

without real fire, πῦρ ἀνήφαιστον, i. e. the fire of discord, Eur.