ερωδιός: Difference between revisions

From LSJ

ἡ γὰρ σιωπὴ τοῖς σοφοῖσιν ἀπόκρισιςsilence, you see, is an answer for the wise (Menander)

Source
mNo edit summary
mNo edit summary
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και, [[ρωδιός]] και αρωδιός, ο (AM ἐρωδιός και ῥωδιὸς)<br />[[γένος]] πτηνών της οικογένειας τών ερωδιιδών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Λέξη σχηματισμένη με [[επίθημα]] -<i>ιός</i>, όπως και σε άλλες ονομασίες πτηνών ([[πρβλ]]. [[αιγωλιός]], [[αιγυπιός]], [[χαραδριός]] <b>κ.ά.</b>). Συνδέεται πιθ. με λατ. <i>ardea</i>, με την [[ίδια]] σημ. και λιγότερο [[στενά]] με σερβ. <i>rόda</i> «[[πελαργός]]». Η [[γραφή]] του τ. με υπογεγραμμένη (<i>ερῳδιός</i>) στον Ηρωδιανό [[πρέπει]] να [[είναι]] [[υστερογενής]] και να οφείλεται σε [[αναλογία]] [[προς]] τα επίθετα σε -[[ίδιος]]].
|mltxt=και, [[ρωδιός]] και αρωδιός, ο (AM ἐρωδιός και ῥωδιός)<br />[[γένος]] πτηνών της οικογένειας τών ερωδιιδών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Λέξη σχηματισμένη με [[επίθημα]] -<i>ιός</i>, όπως και σε άλλες ονομασίες πτηνών ([[πρβλ]]. [[αιγωλιός]], [[αιγυπιός]], [[χαραδριός]] <b>κ.ά.</b>). Συνδέεται πιθ. με λατ. <i>[[ardea]]</i>, με την [[ίδια]] σημ. και λιγότερο [[στενά]] με σερβ. <i>rόda</i> «[[πελαργός]]». Η [[γραφή]] του τ. με υπογεγραμμένη (<i>ερῳδιός</i>) στον Ηρωδιανό [[πρέπει]] να [[είναι]] [[υστερογενής]] και να οφείλεται σε [[αναλογία]] [[προς]] τα επίθετα σε -[[ίδιος]]].
}}
}}
{{trml
{{trml

Latest revision as of 15:17, 15 September 2024

Greek Monolingual

και, ρωδιός και αρωδιός, ο (AM ἐρωδιός και ῥωδιός)
γένος πτηνών της οικογένειας τών ερωδιιδών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Λέξη σχηματισμένη με επίθημα -ιός, όπως και σε άλλες ονομασίες πτηνών (πρβλ. αιγωλιός, αιγυπιός, χαραδριός κ.ά.). Συνδέεται πιθ. με λατ. ardea, με την ίδια σημ. και λιγότερο στενά με σερβ. rόda «πελαργός». Η γραφή του τ. με υπογεγραμμένη (ερῳδιός) στον Ηρωδιανό πρέπει να είναι υστερογενής και να οφείλεται σε αναλογία προς τα επίθετα σε -ίδιος].

Translations

heron

Afrikaans: reier; Albanian: gatë, çafkë; Apache Western Apache: kʼos joolí; Arabic: مَالِكُ الحَزِين, بَلَشُون; Egyptian Arabic: بلشون; Aragonese: garra; Armenian: տառեղ; Assamese: বগলী, বগ, কণামুচৰি; Asturian: garza; Azerbaijani: vağ; Bashkir: селән; Basque: lertxun, koartza; Belarusian: чапля; Breton: kerc'heiz; Bulgarian: чапла; Catalan: agró, bernat pescaire; Chamicuro: askoli; Chinese Mandarin: 蒼鷺, 苍鹭, , ; Czech: volavka; Danish: hejre; Dutch: reiger; Erzya: сенксь; Esperanto: ardeo; Estonian: haigur; Faroese: hegri; Finnish: haikara; French: héron; Friulian: airon; Galician: garza, ghanza; Georgian: ყანჩა; German: Reiher; Greek: ερωδιός, αρδέα, τσικνιάς; Ancient Greek: ἀρῳδιός, ἄσιδον, ἐρῳδιός; Greenlandic: qeriiaq; Gullah: pojo; Hebrew: אֲנָפָה; Hindi: वगुला, बगला, बगुला, बक; Hungarian: gém, kócsag, bakcsó; Icelandic: hegri; Ido: herono; Indonesian: kuntul, kowak, cangak; Interlingua: hairon; Irish: corr; Italian: airone; Japanese: 鷺, サギ, 白鷺, シラサギ; Javanese: blekok; Kazakh: құтан; Korean: 왜가리, 해오라기, 백로(白鷺); Kumyk: чыл; Ladin: airon; Latgalian: ziurejs; Latin: ardea, ardeola; Latvian: gārnis; Lithuanian: garnys; Low German: Reier, Reiger; Lutshootseed: sbəq'ʷaʔ; Luxembourgish: Räer; Macedonian: сива чапја, чапја; Malay: pucung; Malayalam: കൊക്ക്, ബകം; Maltese: russett; Manx: coar ny hastan; Maori: heroni; Marathi: बगळा; Mari Eastern Mari: чарлаҥге; Western Mari: цӓрлӓнгӹ; Mi'kmaq: tmgwatignej anim; Minangkabau: bangau; Mingrelian: ჸანჩი; Nahuatl: aztatl; Nanai: вачака; Nivkh: вазӽ, вазаӽ; Northern Sami: ránesháigir; Norwegian: hegre, heire; O'odham: ṣu꞉dagĭ u'uwhig; Occitan: bernat pescaire, guiraut pescaire; Old Occitan: *aigreta; Old English: hrāgra; Old French: hairon heiron; Old High German: heigaro, reigaro; Ottoman Turkish: بالقجیل; Persian: حواصیل, بوتیمار, چگرنه; Piedmontese: neiron; Polish: czapla; Portuguese: garça; Quechua: wakchilla; Romani: kokosturko, kokosturka; Romanian: stârc, bâtlan; Romansch: irun; Russian: цапля; Sanskrit: बक; Sardinian: perdigiorronadas, mengoni, menga, garza; Scottish Gaelic: corra-ghritheach; Serbo-Croatian Cyrillic: чапља; Roman: čaplja; Shona: nyarupani; Slovak: volavka; Slovene: čaplja; Sorbian Lower Sorbian: šytawa, rybarnik; Spanish: garza; Sranan Tongo: sabaku; Svan: ყა̈̄ნჯუ̂; Swedish: häger; Tagalog: tagák, bakaw, garsa; Telugu: నారాయణపక్షి; Tepecano: váko·n; Thai: นกยาง; Tofa: шилен; Turkish: balıkçıl; Ukrainian: чапля; Upper Sorbian: čapla; Venetian: airon; Vietnamese: diệc; Volapük: härod; Welsh: crëyr, crychydd; West Flemish: reiger; West Frisian: reager; Wolof: warapuló mi