ἀνοιστέον: Difference between revisions
Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιον ἡ ὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking
m (LSJ2 replacement) |
|||
(3 intermediate revisions by 2 users not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=anoisteon | |Transliteration C=anoisteon | ||
|Beta Code=a)noiste/on | |Beta Code=a)noiste/on | ||
|Definition=[[one must carry back]] or [[report]], S. ''Ant.'' 272, E. ''HF'' 1221: — [[one must refer]], τι [[πρός]] τι Plu. ''Phoc.'' 5; [[ἐπί]] τι Thphr. ''CP'' 4.11.8. | |Definition=[[one must carry back]] or [[one must report]], [[Sophocles|S.]]''[[Antigone|Ant.]]'' 272, E. ''HF'' 1221: — [[one must refer]], τι [[πρός]] τι Plu. ''Phoc.'' 5; [[ἐπί]] τι Thphr. ''CP'' 4.11.8. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀνοιστέον:''' ρημ. επίθ. του [[ἀναφέρω]], αυτό που πρέπει να αναφερθεί, σε Σοφ., Ευρ.· αυτό που πρέπει να γίνει φανερό, τί [[πρός]] τι, σε Πλούτ. | |lsmtext='''ἀνοιστέον:''' ρημ. επίθ. του [[ἀναφέρω]], αυτό που πρέπει να αναφερθεί, σε Σοφ., Ευρ.· αυτό που πρέπει να γίνει φανερό, τί [[πρός]] τι, σε Πλούτ. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=<i>zu [[berichten]]</i>, Soph. <i>Ant</i>. 272; <i>zu [[beziehen]]</i>, πρός τι, auf etwas, Plut. <i>Phoc</i>. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 07:37, 13 November 2024
English (LSJ)
one must carry back or one must report, S.Ant. 272, E. HF 1221: — one must refer, τι πρός τι Plu. Phoc. 5; ἐπί τι Thphr. CP 4.11.8.
Greek Monotonic
ἀνοιστέον: ρημ. επίθ. του ἀναφέρω, αυτό που πρέπει να αναφερθεί, σε Σοφ., Ευρ.· αυτό που πρέπει να γίνει φανερό, τί πρός τι, σε Πλούτ.
German (Pape)
zu berichten, Soph. Ant. 272; zu beziehen, πρός τι, auf etwas, Plut. Phoc.