σφάξ: Difference between revisions

From LSJ

τότε λαλήσει πρὸς αὐτοὺς ἐν ὀργῇ αὐτοῦ καὶ ἐν τῷ θυμῷ αὐτοῦ ταράξει αὐτούς → then shall he speak to them in his anger, and trouble them in his fury

Source
(4b)
m (Text replacement - "E.''Hec.''" to "E.''Hec.''")
 
(9 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=sfaks
|Transliteration C=sfaks
|Beta Code=sfa/c
|Beta Code=sfa/c
|Definition=<b class="b3">σφαγός</b>, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[σφαγή]] <span class="bibl">11</span>, Sch.<span class="bibl">E.<span class="title">Hec.</span>571</span>; elsewh. only in compds., <b class="b3">διασφάξ</b>, etc. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> σφάξ, <b class="b3">σφᾱκός</b>, Dor. for <b class="b3">σφήξ</b>, <span class="bibl">Theoc. 5.29</span>.</span>
|Definition=[[σφαγός]],<br><span class="bld">A</span> = [[σφαγή]] ''ΙΙ'', Sch.[[Euripides|E.]]''[[Hecuba|Hec.]]''571; elsewhere only in compds., [[διασφάξ]], etc.<br><span class="bld">II</span> σφάξ, σφᾱκός, Dor. for [[σφήξ]], Theoc. 5.29.
}}
{{elnl
|elnltext=σφάξ -ακός, ὁ Dor. voor σφήξ.
}}
{{elru
|elrutext='''σφάξ:''' ᾱκός ὁ дор. Theocr. = [[σφήξ]].
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 14: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />-[[αγός]], ἡ, Α<br />ο [[τράχηλος]] τών ζώων στον οποίο μπήγουν οι σφαγείς το [[μαχαίρι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σφάζω]]. Η λ. απαντά εν συνθέσει στα [[διασφάξ]], <i>άποσφάξ</i>, <i>νεο</i>-[[σφάξ]].———————— <b>(II)</b><br />-ακός, ἡ, Α<br />(δωρ. τ. του [[σφήξ]]) <b>βλ.</b> [[σφήκα]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />-[[αγός]], ἡ, Α<br />ο [[τράχηλος]] τών ζώων στον οποίο μπήγουν οι σφαγείς το [[μαχαίρι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σφάζω]]. Η λ. απαντά εν συνθέσει στα [[διασφάξ]], <i>άποσφάξ</i>, <i>νεο</i>-[[σφάξ]].<br /> <b>(II)</b><br />-ακός, ἡ, Α<br />(δωρ. τ. του [[σφήξ]]) <b>βλ.</b> [[σφήκα]].
}}
{{elru
|elrutext='''σφάξ:''' ᾱκός ὁ дор. Theocr. = [[σφήξ]].
}}
}}

Latest revision as of 07:48, 15 November 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σφάξ Medium diacritics: σφάξ Low diacritics: σφαξ Capitals: ΣΦΑΞ
Transliteration A: spháx Transliteration B: sphax Transliteration C: sfaks Beta Code: sfa/c

English (LSJ)

σφαγός,
A = σφαγή ΙΙ, Sch.E.Hec.571; elsewhere only in compds., διασφάξ, etc.
II σφάξ, σφᾱκός, Dor. for σφήξ, Theoc. 5.29.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σφάξ -ακός, ὁ Dor. voor σφήξ.

Russian (Dvoretsky)

σφάξ: ᾱκός ὁ дор. Theocr. = σφήξ.

Greek (Liddell-Scott)

σφάξ: σφαγός, = σφαγὴ ΙΙ, Σχόλ. εἰς Εὐρ. Ἑκάβ. 566˙ ἀλλαχοῦ μόνον ἐν συνθέσει, διασφάξ, κτλ., Λοβεκ. Παραλ. 97. ΙΙ. σφάξ, σφᾱκός, Δωρ. ἀντὶ σφήξ.

Greek Monolingual

(I)
-αγός, ἡ, Α
ο τράχηλος τών ζώων στον οποίο μπήγουν οι σφαγείς το μαχαίρι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σφάζω. Η λ. απαντά εν συνθέσει στα διασφάξ, άποσφάξ, νεο-σφάξ.
(II)
-ακός, ἡ, Α
(δωρ. τ. του σφήξ) βλ. σφήκα.